Ιδιαίτερα σημαντικά για την τοπογραφία και τη χωροταξική οργάνωση του ιερού του Απόλλωνα στη θέση Μάντρα στο ακατοίκητο νησί Δεσποτικό ήταν τα αποτελέσματα της φετινής ανασκαφικής περιόδου.
Οι ανασκαφικές και αναστηλωτικές εργασίες πραγματοποιήθηκαν και φέτος χάρη στις ευγενικές χορηγίες των Ιδρυμάτων Α.Γ.Λεβέντη, Α&Π Κανελλοπούλου, του ΔΙΚΕΜΕΣ, των Αθανασίου και Μαρίνας Μαρτίνου, της Αταλάντας Γουλανδρή, της Μαρίας Εμπειρίκου, του Γιάννη Φούφα, του Thomas Koerfer, ενώ σημαντική υπήρξε και η συμβολή του Δήμου Αντιπάρου και της Κοινοπραξίας Φεριμπότ Αντιπάρου στη διαμονή και μετακίνηση των μελών της ανασκαφής.
Η συστηματική έρευνα στη θέση Μάντρα Δεσποτικού ξεκίνησε το 1997 από τον αρχαιολόγο Γ. Κουράγιο (Εφορεία Αρχαιοτήτων Κυκλάδων). Έως σήμερα έχει έρθει στο φως ένα εκτεταμένο αρχαϊκό ιερό, η ακμή του οποίου χρονολογείται στον 6ο αι .π.Χ.. Η κατεξοχήν λατρευόµενη θεότητα στο ιερό κατά την αρχαϊκή και κλασική περίοδο ήταν ο Απόλλωνας. Πιθανή είναι η λατρεία και της αδερφής του Άρτεµης, ενώ στην κλασική περίοδο λατρευόταν και η θεά Εστία µε το επίθετο «Ισθµία». Έχουν ανασκαφεί μέχρι σήμερα 13 κτίρια (Α,Β,- Γ,Δ,Ε,Ζ,Η,Θ,Ι,Κ,Λ,Μ,Ν). Το κέντρο της λατρείας ήταν ένα προστατευμένο με περίβολο τέμενος, στο οποίο δέσποζε ο μαρμάρινος πρόστυλος ναός και δίπλα σε αυτόν το τελετουργικό εστιατόριο και ο βωμός.
Κατά τις φετινές έρευνες αποκαλύφθηκαν δύο πολύπλοκης κάτοψης κτίρια, τα Μ και Ν, τα οποία βρίσκοναι στην νότια πλευρά του αρχαϊκού τεμένους και μάλιστα σε πολύ μικρή απόσταση από τη νότια πύλη αυτού. Από την προκαταρκτική μελέτη των ευρημάτων προκύπτει ότι αυτά γνώρισαν διάφορες οικοδομικές φάσεις με επεκτάσεις και προσθήκες δωματίων, από την αρχαϊκή έως την ελληνιστική περίοδο.
Το μεγαλύτερο από τα δύο κτίρια, το Κτίριο Μ, έχει ορθογώνια κάτοψη, διαστάσεων 20Χ12μ. Αποτελείται από πέντε δωμάτια με εισόδους στη νότια πλευρά που επικοινωνούν με μεγάλο ανοικτό χώρο, ένα είδος αυλής που έχει μνημειακή είσοδο. Στην ανατολική πλευρά του κτιρίου Μ αποκαλύφθηκε τμηματικά ένα σύνολο δωματίων με πλακόστρωτα δάπεδα, βαθμιδωτές εισόδους και εστίες.
Δυτικά του κτιρίου Μ αποκαλύφθηκε το Κτίριο Ν, αποτελούμενο από τέσσερα δωμάτια, κατά την ανασκαφή των οποίων βρέθηκε μεγάλη ποσότητα κεραμεικής και περισσότερα από είκοσι θραύσματα αγγείων με εγχάρακτες επιγραφές του ονόματος του Απόλλωνα, ακόμη μία ατράνταχτη μαρτυρία για την ταυτότητα της λατρευόμενης θεότητας.
Η αποκάλυψή των παραπάνω κτιρίων αποτελεί ατράνταχτη μαρτυρία για τη συνεχή λειτουργία του ιερού και στους κλασικούς-ελληνιστικούς χρόνους, αλλά και για τη μεγάλη έκτασή του και πολύπλοκη χωρο- ταξική οργάνωσή του που αντανακλούν τη μεγάλης εμβέλειας φήμη του και την υψηλή επισκεψιμότητά του έως και τον 3ο αι.π.Χ.
Η ανασκαφή συνεχίστηκε και στο Νότιο Συγκρότημα, όπου ήρθε στο φως η νότια πλευρά του περιβόλου του, καθώς και στα πρώιμα κτίσματα στην ανατολική πλευρά του συγκροτήματος. Τέλος, ανασκαφικές εργασίες πραγματοποιήθηκαν και στο Κτίριο Ζ, που βρίσκεται έξω από τον λατρευτικό περίβολο. Αποκαλύφθηκαν δύο ακόμη δωμάτια του και μεγάλη ποσότητα αττικής κεραμεικής κλασικών χρόνων.
Από τα πολυάριθμα ευρήματα της φετινής ανασκαφής πρέπει να αναφερθούν θραύσμα από την κνήμη ποδιού αρχαϊκού κούρου, τρία θραύσματα κάτω άκρων κούρων, τμήμα μαρμάρινης αρχαϊκής βάσης αγάλματος με την πλίνθο της, η οποία φέρει την επιγραφή ΘΕΝ, ακέραιο πήλινο ακροκέραμο, θραύσματα ερυθρόμορφου κρατήρα με παράσταση του θεού Διόνυσου, περισσότερα από είκοσι μελαμβαφή λυχνάρια, 33 ενεπίγραφα θραύσματα σκύφων και κυλίκων με το όνομα του Απόλλωνα (Α, ΑΠ, ΑΠΟΛ), θραύσματα μηλιακών-παριανών αγγείων, πήλινη αρχαϊκή λεκάνη, πήλινα ειδώλια και χάλκινο βραχιόλι.
Πέραν των ανασκαφικών εργασιών, πραγματοποιήθηκαν από συνεργείο εξειδικευμένων μαρμαροτεχνιτών εργασίες για την ολοκλήρωση της α΄ φάσης της προμελέτης αναστήλωσης του ναού και του τελετουργικού εστιατορίου που έχει εγκριθεί από το ΚΑΣ (Αρχιτέκτων-μελετητής Γ. Ορεστίδης). Συγκεκριμένα, συμπληρώθηκε ο στυλοβάτης του εστιατορίου και τμήμα του στυλοβάτη του ναού, προχώρησε η ανάταξη των τοίχων του ναού και τοποθετήθηκαν στους στυλοβάτες του ναού και του εστιατορίου αντίγραφα σπονδύλων κιόνων. Βασικοί αρωγοί των αναστηλωτικών εργασιών είναι εδώ και δύο χρόνια οι Θανάσης και Μαρίνα Μαρτίνου.
Οι εργασίες αναστήλωσης του αρχαϊκού ναού και του εστιατορίου έχουν αποκτήσει πρωταρχική σημασία, αφού στοχεύουν στην συμπλήρωση της κάτοψης των μνημείων και στην υποδήλωση της τρίτης διάστασης, ώστε να γίνει το μνημείο κατανοητό στο θεατή. Η ολοκλήρωσή του έργου έχει απώτερο σκοπό την οργάνωση και ανάδειξη του χώρου σε αρχαιολογικό χώρο προσβάσιμο στους επισκέπτες, με εποπτικό ενημερωτικό υλικό και διαδρομές περιήγησης, ένα πρότυπο αρχαιολογικό πάρκο στις Κυκλάδες.
Γιάννος Κουράγιος
Ίλια Νταϊφά
Leave a Reply