Βρέχει πάλι σήμερα. Τρείς μήνες, σχεδόν καθημερινά, ο ουρανός θυμάται την ανάδραση. Τα τελευταία χρόνια η βροχή έπεφτε με το σταγονόμετρο. Και η από αιώνων μόνιμη αγωνία των Παριανών είχε κορυφωθεί. «Αν δεν βρέξει και φέτος», έλεγαν, «θα διψάσουμε». Μόνιμη επωδός σε κάθε σύναξη στην αρχή του φθινοπώρου.
του Dr. Aντώνης Αρκάς
Τα αποθέματα στον πλούσιο υδροφόρο ορίζοντα του νησιού εξαντλούνται, την ώρα που η αλόγιστη σπατάλη δυστυχώς συνεχίζεται. Επείγοντα μέτρα ασφαλώς θα απαιτηθούν, γιατί αλλιώς η ερημοποίηση είναι προ των πυλών. Τι να σου κάνει η τεχνολογία των αφαλατώσεων, όταν οι επισκέπτες πλημμυρίζουν την Πάρο πολλούς μήνες το χρόνο;
Ο ουρανός όμως είχε άλλη άποψη. Και ιδού τα αποτελέσματα. Στα μέσα του Φλεβάρη, τα βροχόμετρα των ειδημόνων καταγράφουν περισσότερα από οκτακόσια χιλιοστά στα ορεινά των Λευκών. Έτσι όπως πάει φέτος, ισχυρίζονται οι γνωρίζοντες, θα ξεπεράσουμε το ένα μέτρο βροχόπτωσης. Άνοιξαν όλες οι πηγές, οι ξεροπόταμοι κελαρύζουν και φουσκώνουν συνεχώς, μέχρι και οι πέτρες στις ξερολιθιές τρέχουν.
Οι αγροτικές δουλειές, οι απαραίτητες τούτη την εποχή, πάνε πίσω, αναγκαστικά.
Ένας γέροντας, σχεδόν αιωνόβιος, μου έλεγε πριν μέρες. «Μη βιάζεσαι, έχει ακόμη ‘’δρόμο’’ η βροχή. Δεν βλέπεις οι αμυγδαλιές, ακριβέστατοι προπομποί των μετεωρολόγων, που δεν θέλουν ν’ ανοίξουν;»
Αγέρωχες στα καταπράσινα χωράφια τριγύρω, περιμένουν καρτερικά … Φυλάγονται… Ξέρουν». Ο γέροντας είχε όρεξη για κουβέντα.
«Θυμάμαι, παλιότερα, τέτοιοι καιροί ήταν συνηθισμένοι. Μια φορά έριχνε τόση βροχή μέχρι τις παραμονές της Αγίας Τριάδας. Οι χωριανοί έλεγαν τότε. ‘’Φέτος, όπως πάει, δεν θα κάμωμε πανηγύρι’’. Και όμως, δυο μέρες πριν το τριήμερο της εορτής, ξημέρωσαν κάτι λιακάδες; Οι επίτροποι της εκκλησίας έτρεχαν και δεν πρόφθαναν τις προετοιμασίες του πανηγυριού. Και οι ταβερνιάρηδες; Αν έχαναν το πανηγύρι δεν θα νοστίμιζε τίποτε».
Στο κέντρο «Χαραυγή», οι ετοιμασίες έδιναν και έπαιρναν. Φέτος, τα τοπικά βιολιά του κλαρίνου, του σαντουριέρη και των άλλων, θα πλαισίωναν το δίδυμο Μαργιολά-Έλενα από τη Νάξο, αφού οι ντόπιοι μερακλήδες, εκτός απ’ τα ντόπια βιολιά, προτιμούσαν την αγγελική φωνή της Έλενας στα νησιώτικα τραγούδια.
Ο πανηγυρικός κατανυκτικός εσπερινός τελείωσε κατά τις εννιά, την Κυριακή παραμονή του Αγίου πνεύματος. Οι πιστοί, που είχαν συρρεύσει κατά εκατοντάδες απ’ όλο το νησί, αλλά και από την Αθήνα πολλά μέλη του συλλόγου Λευκιανών, πλημμύρισαν τα σοκάκια των Λευκών και ανεβαίνοντας τον κεντρικό δρόμο, άλλοι έμεναν στα καφενεία της κεντρικής πλατείας του χωριού για τον καφέ ή το ούζο τους, και άλλοι περπάτησαν μέχρι το ράμνο, τον πεζόδρομο του χωριού, όπου αριστερά στα πόδια του δάσους, δεσπόζουν τα κτίρια των σχολείων, της κοινότητας και του ξενώνα- το σπίτι της λογοτεχνίας-, ενώ δεξιά στην σειρά, ήταν τα κέντρα αναψυχής με πρώτο το κέντρο «Χαραυγή», ή ‘’μπύρα’’. Στο κέντρο αυτό η ορχήστρα είχε ήδη αρχίσει τα «κουρδίσματα» και προσκαλούσε του μερακλήδες, να περάσουν στα καλοστρωμένα τραπέζια που ήταν αναπμένα στο εντυπωσιακό μπαλκόνι.
Αρκετοί απ’ τους επισκέπτες του πανηγυριού κάθισαν στο κέντρο αυτό. Και άρχισαν οι παραγγελίες. Φαγητό, κρασί, μπύρες. Ανάμεσά στους θαμώνες ο Γιωργής με την παρέα του.
Ήταν καλός νοικοκύρης ο Γιωργής και γλεντζές. Αλλά επειδή η σωματική του διάπλαση δεν τον βοηθούσε, ώρες-ώρες υπερέβαλε. Πίστευε ότι, ήταν πολύ δυνατός και ανίκητος. Έτσι, τα έβαζε με όλους και όταν έχανε δεν το παραδεχόταν ποτέ. Γι’ αυτό τον ονόμαζαν «νευρικό».
Όταν κάποτε τον ρώτησα, ποιο ήταν το αποτέλεσμα της πάλης του με τον Ζαχαρία, έναν γιγαντόσωμο καλοκάγαθο μεσήλικα, μου απάντησε. «Απάνω, κάτω,… ισοπαλία». Ο Ζαχαρίας όταν πληροφορήθηκε την απάντηση του Γιωργή, μου είπε χαμογελώντας. «Άμα τον δεις ρώτησέ τον. Ξεπρήστηκε το αυτί του; Γιατί την τελευταία φορά που με προκάλεσε, τον βούτηξα απ’ το αυτί και τον κούναγα πέρα-δώθε. Αρκετές μέρες μετά, το αυτί του ήταν τόσο πρησμένο, που έμοιαζε με λαγάνα της καθαρής Δευτέρας!».
Τις πρωινές ώρες το γλέντι είχε ανάψει στη «Χαραυγή». Απειλήθηκε, μάλιστα, σύρραξη μεταξύ των θαμώνων, όταν η ορχήστρα άρχιζε να παίζει τον μοναδικό νησιώτικο σκοπό ‘’Μια χαραυγή με τα βιολιά’’. Ποιος να πρωτοχορέψει; Συνωστισμός στην πίστα του κέντρου. Ανάμεσα στους χορευτές και ο Γιωργής, φυσικά, που βοηθούντος και του οινοπνεύματος, απωθούσε τους πάντες, γιατί ήθελε να χορέψει μόνος. Ευτυχώς με την παρέμβαση των ψύχραιμων αποσοβήθηκε η σύρραξη. Ο Γιωργής βρέθηκε… κάτω απ’ το τραπέζι που καθόταν για να… ηρεμήσει. Και ηρέμησε χορεύοντας αργότερα ταγκό, όταν έγινε διακοπή του ηλεκτρικού -απ΄ τις πολλές βροχές είπαν κάποιοι- και ένας γλυκύτατος λευκιανός έπαιξε με φυσαρμόνικα την καμπαρσίτα, για χάρη του… Γιωργή.
Τα χρόνια πέρασαν και ο Γιωργής, γέροντας πλέον, έπεσε σ΄ένα κακοτράχαλο μονοπάτι και χτύπησε άσχημα στο κεφάλι. Μετά τη συρραφή του τραύματος παρέμεινε στο κ. υγείας για παρακολούθηση. Το απόγευμα της ίδιας ημέρας, ο Γιωργής εν μέσω σπασμών, έπεσε σε κώμα. Την ώρα εκείνη δυο συγγενείς του ηλικιωμένοι του έκαναν επίσκεψη. Οι σπασμοί συνεχίζονταν. Νόμιζαν ότι είχε πεθάνει. Οι σπασμοί όμως;
Δύο μέρες αργότερα ο Γιωργής αναχώρησε για τους ουρανούς. Και ο παριστάμενος στην κηδεία θυμόσοφος συγγενής του, που τον είχε επισκεφθεί στο κ.υγείας, ακούστηκε να λέει.
«Έχει δίκιο ο λαός, όταν λέει ότι, … πρώτα βγαίνει η…ψυχή και ύστερα το…χούι.
Ο μακαρίτης ‘’νευρικός’ ’ήταν απ΄ τα νιάτα του και ‘’νευρικός’’ κατέληξε μετά το …θάνατό του!».
Leave a Reply