Μ. Κορρές
Επιστολή προς συναδέλφους αναφορικώς προς τα αρχαία λατομεία της Πάρου.
15. 11. 19

Αξιότιμοι συνάδελφοι,
Δυστυχώς ένας φόρτος εργασίας και άλλων υποχρεώσεων εμποδίζει τη συμμετοχή μου δια της φυσικής παρουσίας μου στην Ημερίδα για την προστασία και ανάδειξη των αρχαίων λατομείων της Πάρου (Σάββατο 16/11/2019 στην αίθουσα «Αρχίλοχος», Παροικιά).
Ως εκ τούτου, μέσω επιστολής μου προς τον κύριο Αθανασούλη (ως μεσολαβήσαντα αναφορικώς προς τη συμμετοχή μου και τον τίτλο της ομιλίας μου) καταφεύγω στην παρούσα σύνοψη σκέψεων και θέσεων.
01. Ήδη από τον 19ο αιώνα, αλλά πολύ χειρότερα κατά τις τελευταίες δεκαετίες, τα των αρχαίων λατομείων στο Μαράθι και στους Λάκκους της Πάρου αποτελούν δυστυχώς μια από τις χειρότερες περιπτώσεις κακής σχέσης με την πολιτιστική κληρονομιά μας. Η συνταγή της μη ικανοποιητικής μεταχείρησης των αρχαίων λατομείων είναι απλή:
- ως προς την ύπαρξη και τη σημασία τους: 60% αμάθεια, 30% ημιμάθεια, 10% όψιμη φιλομάθεια.
- ως προς την επ’ αυτών και του περιβάλλοντος αυτών πάσης φύσεως δράση: 100% ωφελιμισμός, κατά περίπτωση άμετρος ή καταστροφικός,
- ως προς τα κίνητρα του όψιμου, εισαχθέντος από την Ευρώπη πολιτιστικού ενδιαφέροντος για αυτά:
50% οικονομική εκμεταλλευσιμότητα αυτών ως τουριστικού προορισμού με δυνατότητες επιχορηγήσεων, εργολαβιών κ.τ.λ.
50% πόθος προβολής, ιδίως πολιτικής εξ αιτίας του οποίου οι εμφορούμενοι από αυτόν, με την ευγενή φιλοδοξία αυτοί πρώτοι να είναι οι εφευρέτες της πυρίτιδος, απλώς απωθούν τη σκέψη ότι ίσως άλλοι πριν από αυτούς κάτι ετοίμασαν, ενώ συχνά ανταγωνίζονται οιονδήποτε άλλον επιθυμεί να υπηρετήσει τον ίδιο σκοπό, ιδιοποιούμενοι εντούτοις χωρίς να το αναγνωρίζουν ό,τι τους ταιριάζει από τις ξένες προτάσεις.
02. Για το τελευταίο θα μπορούσε ο ψυχαναλυτικός ιστορικός να εξηγήσει ότι οι Έλληνες αποδίδουν καλύτερα και ορισμένως μεγαλουργούν μόνον χάρις στο έντονο, ενίοτε παθολογικό, ανταγωνιστικό τους πνεύμα. Ο αντικειμενικός όμως αναλυτής του φαινομένου γνωρίζει ότι ακόμη περισσότερο το ίδιο αυτό πνεύμα ευθύνεται για το κατάντημά μας.
03. Τα ως άνω (1), (2), (3), δεν είναι αυτοτελή, αλλά σε ικανό βαθμό αλληλένδετα. π.χ. η ημιμάθεια επί εκτός μαζικής κουλτούρας θεμάτων δεν είναι απαραιτήτως απόρροια της με δήθεν αθώα έκφραση εύκολα και συχνά καταγγελόμενης αληθινής ή μη ανεπάρκειας του συστήματος Παιδείας, αλλά πολύ περισσότερο αυτόματο αποτέλεσμα της εντονότερης στροφής της σκέψης του λαού και των ταγών αυτού προς υλικότερα αντικείμενα, τα οποία αυτομάτως περιορίζουν την διαθεσιμότητα του νου για μη πρακτικά χρήσιμες γνώσεις ή για οιαδήποτε σοβαρή μύηση σε θέματα αισθητικής και περιβάλλοντος, ιστορικού ή φυσικού.
Τούτο δεν συμβαίνει μόνο στην Ελλάδα. Η διαφορά ωστόσο από την Ευρώπη είναι ότι εκεί οι δημόσιοι λειτουργοί ή οι διοικούντες συλλόγους και σωματεία διαθέτουν ορθότερη επίγνωση των ορίων της μόρφωσής τους και συστηματικότερα αναθέτουν τις υποθέσεις τους στους πλέον ειδικούς.
04. Διόλου τυχαία λοιπόν, ακόμη και στην Ακρόπολη των Αθηνών, η προ των Προπυλαίων νεώτερη (της δεκαετίας 1950) λιθόστρωτη διαμόρφωση είναι ένα από πάσης απόψεως (αρχαιολογικής-ιστορικής, λειτουργικής, αισθητικής) χονδροειδές λάθος (το οποίο ελπίζεται σύντομα να διορθωθεί). Κατόπιν αυτού, ή προς το μέρος του Αρχαίου Λατομείου των Νυμφών της Πάρου αταίριαστη λιθόστρωτη διαμόρφωση είναι απλώς ένα ακόμη δείγμα του ιδίου λίαν διαδεδομένου φαινομένου, ευτυχώς όχι τόσο κακό όπως εκείνο της Ακροπόλεως.
05. Ακόμη σοβαρότερη δύναται να είναι η κατάσταση εάν εκτελεσθούν άλλα ακαλαίσθητα σχέδια, ενώ θα μπορούσε να είναι πολύ χειρότερη εάν δεν υπήρχε ο έλεγχος της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας, οπότε πολύ σύντομα κάποιος από τους δυνατούς συνδυασμούς των ως άνω (1), (2), (3) θα ευθυνόταν π.χ. για τη δημιουργία ενός εστιατορίου έξω από το υπόγειο λατομείο, για μια επέμβαση στο εσωτερικό αυτού, ή για κάποιους πειραματισμούς με τη μεταχείριση των ιστορικών κτισμάτων του 19ου αιώνος.
06. Αλλά επεμβάσεις αυτού του είδους, υπάρχουσες ήδη, ή επαπειλούμενες, είναι σε μεγάλο βαθμό αντιστρεπτές και ό, τι απλώς θα αρκούσε για την αντιστροφή τους θα ήταν, ει δυνατόν, η έλευση ικανότερων προσώπων. Δυστυχώς όμως, υπάρχουν επεμβάσεις απολύτως μη αναστρέψιμες και επομένως το μόνο που θα μπορούσε να διασώσει το δι’ αυτών καταστρεφόμενο αγαθό είναι η άμεση, χωρίς άλλη χρονοτριβή, απαγόρευσή τους.
07. Τέλειο παράδειγμα τέτοιας επέμβασης είναι το νεώτερο λατομείο που επί δεκαετίες κατατρώει το βουνό των αρχαίων λατομείων. Τούτο, εκτεινόμενο από Βορρά προς Νότο με μέσο μήκος 900μ και μέσο πλάτος 200μ, αν και βρίσκεται στην επόμενη προς ανατολάς κοιλάδα, αφ’ ενός είναι καλώς ορατό ως πληγή του ιστορικού τοπίου, ακριβώς όπισθεν των αρχαίων, αφ’ ετέρου η αληθινή απόστασή του από το βορειότερο αρχαίο υπόγειο λατομείο (το λεγόμενο των Νυμφών) είναι πολύ μικρότερη του επιτρεπτού, μόλις 170μ (!)
Το ότι η απόσταση αυτή ως περιεχόμενη μεταξύ ορατών και αθέατων ορίων, δεν είναι καλώς αντιληπτή, ουδόλως μειώνει τη σοβαρότητα του προβλήματος, έστω και εάν ήδη από ετών η εξορυκτική δραστηριότητα περιορίζεται στο άλλο άκρον του νεώτερου λατομείου.
08. Η προκληθείσα από το νεώτερο λατομείο βλάβη του ιστορικού τοπίου είναι στην ουσία της μη αναστρέψιμη, επειδή οι εν χρήσει τρόποι αποκατάστασης με επιχώσεις και φυτεύσεις απλώς μασκάρουν το οπτικό αποτέλεσμα, αλλά δεν αίρουν τη φυσική (γεωλογική) βλάβη.
09. Δυστυχώς όμως οι εκλεγμένοι άρχοντες της νήσου, δια της μη εκφράσεως προς το αρμόδιο Υπουργείο οιασδήποτε ανησυχίας συναινούν στην εκάστοτε έγκριση του αιτήματος της λατομικής επιχείρησης για παράταση της ισχύος της αδείας της.
Ένα από τα επιχειρήματα υπέρ αυτής της στάσης αναφέρεται στις θέσεις εργασίας. Τούτο όμως θα είχε αληθινή βαρύτητα σε πολύ παλιότερες εποχές όταν σε κάθε λατομείο αυτού του μεγέθους η απόκτηση των προϊόντων του απαιτούσε χειρωνακτική απασχόληση εκατοντάδων ατόμων. Σήμερα, αντιθέτως, χάρις στα προηγμένα μηχανικά και ηλεκτρονικά μέσα οι ασχολούμενοι στα λατομεία είναι αναλόγως προς το μέγεθος αυτών ελάχιστοι, και επομένως η παύση της λειτουργίας ενοχλητικών λατομείων μικρά μόνον κοινωνικά προβλήματα προκαλεί, τα οποία εύκολα μετριάζονται με την εύρεση άλλων θέσεων απασχόλησης για το θιγόμενο προσωπικό.
10. Σήμερα, επ’ ευκαιρία την παρούσης διοργάνωσης, στις εύλογες ευχές μου για κάθε επιτυχία προσθέτω μια ομολογουμένως υπερβολικά αισιόδοξη ευχή: οι πράξεις σας να διαψεύσουν τα ως άνω (1), (2), (3).
Τούτο συνεπάγεται α) υποταγή του κάθε ε γ ώ σε ένα υψηλότερο ε μ ε ί ς , αρχής γενομένης από την καλόπιστη συνεργασία με το Υπουργείο Πολιτισμού. β) χρησιμοποίηση της, ως γνωρίζω, αρίστης έως σήμερα μελέτης του θέματος, έστω και εάν δεν περιέχει εκείνα που κάποιοι εξ υμών θα προτιμούσαν γ) αντί αδιαφορίας, υποστήριξη του υπάρχοντος σχεδίου απαλλοτριώσεων στην περιοχή των λατομείων, οι οποίες αποτελούν προϋπόθεση για την εξασφάλιση έγκρισης και ικανής χρηματοδότησης οιουδήποτε προγράμματος προστασίας και ανάδειξης, δ) εγκατάλειψη κάθε σκέψης για χώρους στάθμευσης, εστιατόριο, αναψυκτήριο κ.τ.λ. πλησίον των μνημείων, που άλλωστε θα ήταν καταδικασμένη να απορριφθεί από τις αρμόδιες κρατικές Αρχές, ε) οι δημοτικοί άρχοντες να κατανοήσουν τα ως άνω 07 και 08 (περί νεωτέρου λατομείου).
Μ. Κορρές
Ινστιτούτο Μελετών Μεσογείου – Εθνικό Συμβούλιο Έρευνας Ιταλίας
Επίκουρος Καθηγητής, Τμήμα Πολιτισμικής Τεχνολογίας και Επικοινωνίας, Πανεπιστήμιο Αιγαίου
Εκπαιδευτικός
Φίλοι της Πάρου:
Για ένα πρόγραμμα δράσης για την προστασία και ανάδειξη
των αρχαίων λατομείων της Πάρου

Πάρος 16-11-2019
Χρίστος Γεωργούσης
Αρχαίο λατομείο, άνθρωποι και μάρμαρο της Πάρου
Στο Σπήλαιο Αντιπάρου και στο Σπήλαιο των Δαιμόνων και σε άλλα που δεν έχουν ακόμα ανακαλυφθεί αρχιτέκτονας είναι η φύση, στο σχηματισμό του Σπηλαίου των Νυμφών στο Μαράθι, αρχιτέκτονας είναι ο άνθρωπος. Το μάρμαρο προέρχεται από τη μεταμόρφωση του ασβεστόλιθου και η Παριανή γη προικίστηκε με αυτό το πολύτιμο σώμα, απ’ το οποίο λαξεύτηκε το Πάριον Χρονικόν ή ένας άξιος τάφος του Αρχίλοχου του Πάριου ή άλλα πολλά και σπουδαία έργα.
Εμείς που γεννηθήκαμε μετά την απελευθέρωση, ζήσαμε χωρίς να έχουμε ιδέα πού βρίσκεται, τι είναι και ποια αξία έχει το αρχαίο λατομείο της Πάρου. Περνούσαν κάποιοι ερευνητές, ορισμένοι ανήσυχοι έγραφαν λόγια που ξεχνιόντουσαν, φώτιζαν μια αστραπή, διέδιδαν μια λάμψη και μόνο οι πιο ευαίσθητοι με τις κεραίες υψωμένες έπιαναν τους παλμούς. Τα σχολεία κατά την εικοσαετία 1950-70 δεν ήξεραν κάτι ουσιαστικό ή εγκλωβισμένοι στο ισοπεδωτικό συγκεντρωτικό πρόγραμμα σιωπούσαν. Το Σπήλαιο των Νυμφών, ηχείο από ψυχή μεγάλου βάθους μίλαγε και τραγούδαγε, αλλά ποιος να ακούσει;
Δεν βοήθησε η τότε εκπαίδευση στην αναγνώριση και ανάδειξη του αρχαίου λατομείου. Δεν διδασκόταν η τοπική ιστορία και ακόμα σήμερα μένει άγνωστη με αποτέλεσμα μετά τον πόλεμο και μέχρι την μεταπολίτευση να μην υπάρχει κάποιο αξιόλογο ενδιαφέρον που θα κινούσε τους μαθητές, αυριανούς επιστήμονες, να ασχοληθούν και να εμβαθύνουν. Ό, τι έχει γίνει είναι έργο των τελευταίων χρόνων με κορωνίδα το Διεθνές Συνέδριο «Παρία Λίθος» του 1997 και το άλλο που επακολούθησε το 2010 «Ο Σκόπας και ο κόσμος του». Η αδιαφορία της πολιτείας και η ελλιπής γνώση των ντόπιων ενθάρρυνε λειτουργία πολλών νέων λατομείων κοντά στα αρχαία με αποτέλεσμα έργα και ημίεργα να χαθούν, πολλές επιγραφές να καταστραφούν μαζί με άλλα σημαντικά ευρήματα παλιών εποχών. Στο σημείο αυτό πρέπει να εξαρθεί το ενδιαφέρον Παριανών συγγραφέων και του τοπικού τύπου που συχνά δημοσίευαν θέματα προτείνοντας την ανάδειξη του αρχαίου μνημείου.
Θυμούμαστε τον οδηγό λεωφορείου το 1955 να ξεναγεί στη σπηλιά του αρχαίου λατομείου επιβάτες και να τους εξηγεί με καμάρι διάφορα που είχε μάθει εδώ κι εκεί. Μετά το 1960 με την αύξηση της τουριστικής κίνησης η πρόκληση να γνωρίσουμε βαθύτερα τον τόπο ανέσυρε απ’ το βάθος λησμονημένα στοιχεία της ιστορίας. Η γνώση αυτή έδωσε ψυχική δύναμη στους Παριανούς, είδαν ότι κάθε τόπος έχει τις αρετές του και καμιά φορά τους υποχρεώνει με βαθύτερες έρευνες και φροντίδες. Μέχρι την εποχή αυτή τα βιβλία της νησιωτικής ιστορίας είναι λίγα, το ένα του Νικηφόρου Κυπραίου το 1911 και το άλλο 15 χρόνια αργότερα του Στέλιου Ποπολάνου.
Στη «Φωνή της Πάρου» δημοσιεύτηκαν επιστολές το 1964 με θέμα την αξία του Παριανού μαρμάρου και την διάσωση των αρχαίων λατομείων. Ο «Αρχίλοχος» διοργάνωσε πριν μερικά χρόνια ομιλίες σε όλα τα χωριά και εκδρομές με επισκέψεις για να θυμίσει στους Παριανούς αυτά που δεν πρέπει να ξεχνούμε.
Σήμερα γίνονται εκδρομές, τα σχολεία βάζουν στο πρόγραμμα το λατομείο και αρχίζει επιτέλους να κατανοείται τι σημαίνει η ύπαρξη ενός τέτοιου αρχαιολογικού θησαυρού στο νησί. Δεν εννοούμε τουριστική εκμετάλλευση, σημαντικότερες εξελίξεις έχουμε στο νου μας. Όταν λέμε αξιοποίηση συνήθως σκεφτόμαστε την οικονομία, δεν είναι όμως εκεί το μέγα θέμα, αλλά στο βάθος, η ανάδυση της ψυχής μας, η έμπνευση, η συγκίνηση. Όλα αυτά ως μοχλός για μια ζωή με περισσότερο νόημα. Για ρίγος και ερέθισμα εμβάθυνσης στην ιστορία του νησιού, για το καμάρι μιας μοναδικότητας, για την αίσθηση ότι δεν είναι λόγια μια κληρονομιά που βαραίνει. Αν απ’ τα σπλάγχνα αυτής εδώ της γης βγήκε ο Ερμής του Πραξιτέλη, η Αφροδίτη της Μήλου, η Νίκη της Σαμοθράκης και άλλα αριστουργήματα είναι πρόκληση να δώσουμε κάτι φωτεινό κι εμείς. Η τέχνη γίνεται πολικός ζωής, ως άρνηση του φθαρτού και έρωτας διαρκής για το αιώνιο. Ως λάξευση αθανασίας.
Το αρχαίο λατομείο αρχίζει λοιπόν τα τελευταία χρόνια να εμπνέει, να ωθεί τους ανθρώπους να ψάξουν πιο συνειδητά την ιστορία τους, να μάθουν από ποιο χώμα πλάστηκαν και πώς μπορεί να πορευτούν καλύτερα. Αναδύεται υπερηφάνεια που οι κάτοικοι των ακριτικών περιοχών την έχουμε ανάγκη για να στυλώσουμε αίσθηση αξιοπρέπειας στους χαλεπούς σημερινούς καιρούς της ποσότητας.
Επαινούμε τους διοργανωτές των Συνεδρίων που ανάστησαν με αξιώσεις παλιές μοναδικές φωνές λησμονημένες, το Δήμο που διοργάνωσε πριν μερικά χρόνια συμπόσιο με Έλληνες γλύπτες, οι οποίοι άφησαν σε μας εδώ ακριβό δώρο τα γλυπτά τους. Βεβαίως μένει και άλλα να γίνουν.
Επαινούμε τον «Αρχίλοχο» που κρατά ζωντανή την ιδέα της ανάδειξης του μνημείου, το Ινστιτούτο Αρχαιολογίας, τους Φίλους της Πάρου, τους Συλλόγους όλους και αυτούς της Αθήνας, τον τοπικό τύπο και όλους που προσφέρουν κάτι απ’ το υστέρημά τους προκειμένου η φλόγα αυτή να μη σβήσει με τους καταλυτικούς σημερινούς ανέμους της αφρενάριστης τουριστικής αξιοποίησης.
Επαινούμε τους νέους γλύπτες της Πάρου που συντηρούν αναμμένη μια φλόγα με το μάρμαρο, το αγχέμαχο αυτό όπλο κατά του θανάτου.
Από ψηλά η σπηλιά αυτή της ξεχωριστής Παρίας Λίθου ανοίγει στόμα έτοιμο να μιλήσει. Ο Σεφέρης ύμνησε τη στέρνα του:
Μόνη και στην καρδιά της τόσο πλήθος
Μόνη και στην καρδιά της τόσος μόχθος
Και τόσος πόνος, στάλα-στάλα μόνος
Τα δίχτυα ρίχνοντας μακριά στον κόσμο
Που ζει μ’ ένα κυμάτισμα πικρό.
Σαν να γράφτηκαν οι στίχοι για το Σπήλαιο των Νυμφών.
Εμείς οι νέοι κάτοικοι της Πάρου μετά από χρόνια αρχίσαμε να εμπνεόμαστε από το μνημείο, να εντρυφούμε πιο προσεχτικά στα βάθη της ιστορίας μας, αποκτώντας σιγά-σιγά μεγαλύτερη αίσθηση ευθύνης για το μέλλον με τέτοιο βάρος κληρονομιάς. Πολλά οφείλουμε στους δούλους της εποχής και λίγα έχουμε κάνει για τη μνήμη τους. Εκεί το μέγα πλήθος, ο τόσος πόνος και ο μόχθος του ποιήματος. Καταθέτουμε δυο λόγια ως μνημόσυνο σ’ αυτούς που νικημένοι έδωσαν την ευκαιρία σε άλλους να αναστήσουν στο διαυγή λυχνίτη τη Νίκη της Πάρου, τη Νίκη της Σαμοθράκης τη Νίκη του Παιωνίου, την Πτερωτή Νίκη από τη Δήλο και άλλες Νίκες που χάθηκαν ή θα ανακαλύψουμε με τον καιρό.
Από το 4.000 π.Χ. μέχρι το 400 μ.Χ. έχουμε την γέννηση-ακμή και παρακμή του δουλοκτητικού καθεστώτος. Οι δούλοι, κάτι ανάμεσα σε ζώα και ανθρώπους, βοήθησαν με την κοπιώδη και βασανιστική εργασία τους την ανάπτυξη των αρχαίων πολιτισμών της Ανατολής και της Μεσογείου.. Ο θεσμός διαδόθηκε σ’ ολόκληρη την αρχαία Ελλάδα και υπήρξαν εποχές, που έφτασε σε ένα μέγιστο, στο ζενίθ, όπως λ.χ. στα χρόνια των αρχαίων μεταλλείων του Λαυρίου, τον καιρό της εκμετάλλευσης του ασημιού. Οι δούλοι συνήθως έκαναν τις βαριές και επικίνδυνες δουλειές του χεριού, τις εξορύξεις, τις μεταφορές, αλλά και ελαφρότερες δουλειές του σπιτιού.
Θα συναντήσουμε δούλους στις Κυκλάδες ψάχνοντας κυρίως στα παρακάτω σημεία:
- Στον εμπορικό σταθμό της Δήλου, που ήταν από τα γνωστότερα εμπορικά κέντρα αγοράς και πώλησης δούλων.
- Στα αρχαία λατομεία μαρμάρου στην Πάρο, όπου εργάζονταν κάτω από αφόρητες συνθήκες χιλιάδες σκλάβοι.
- Στις στοές των αρχαίων ορυχείων μολύβδου και ασημιού στη Σίφνο και τη Σέριφο.
- Στις εργασίες λατόμευσης πέτρας για το χτίσιμο των πόλεων της κλασικής εποχής στις Κυκλάδες.
- Ανάλογες συνθήκες δυσβάστακτης εργασίας έχουν και οι κωπηλάτες στις γαλέρες της ρωμαϊκής εποχής ή στους δρόμωνες του Βυζαντίου ή στα πλοία των Τούρκων. Πολλοί ήταν Κυκλαδίτες που πιάνονταν στη θάλασσα ενώ ταξίδευαν ή ψάρευαν ή εκτελούσαν μεταφορές.
- Στα εύπορα σπίτια υπήρχαν δούλοι για τις δουλειές του σπιτιού.
- Σε κάθε βαριά εργασία που απαιτούσε σωματικό κόπο οι δούλοι έδιναν λύση.
Στην Αθήνα του 5ο αιώνα π.Χ. οι μέτοικοι ήταν οι μισοί. Αυτοί αναλάμβαναν μαζί με τους δούλους τις εργασίες. Τέχνες, βιοτεχνία, υφαντική, κατεργασία δερμάτων, κεραμική και ιδίως μεταλλουργία. Υπήρχαν αγορές δούλων στη Δήλο, στη Χίο, τη Σάμο, την Κύπρο.
Η κοινωνία τους δεν έχει ιδιαίτερα ερευνηθεί και μέρος της αίγλης του αρχαίου πολιτισμού οφείλεται σ’ αυτούς, όχι μόνο γιατί αναλάμβαναν τις βαριές δουλειές του χεριού, αλλά και γιατί άφηναν χρόνο στους ελεύθερους να ασχοληθούν με άλλες προτεραιότητες. Τόσο που περιφρονήθηκε η δουλειά του χεριού και είναι ανάγκη σήμερα να ξαναδούμε τα πράγματα και να αναθεωρήσουμε μια τάση που έρχεται από τα παλιά.
Ο Γιώργος Μπίσμπας μας ανέφερε πριν χρόνια στις σχετικές συναντήσεις ότι είχε βρεθεί αλυσίδα με κόκαλο χεριού δούλου. Αυτά όλα ίσως έχουν χαθεί από ένα κράτος που δεν είχε ανθρώπους να ξέρουν και άφησε τότε τους Βέλγους και άλλους ξένους και ντόπιους να αλωνίζουν.
Τα λατομεία άρχισαν να διανοίγονται από την αρχαϊκή εποχή στην Πάρο και η μεγαλύτερη ένταση στην εξόρυξη σημειώθηκε κατά τη Ρωμαϊκή εποχή. Ο οικοδομικός οργασμός που σημειώθηκε μετά τους Περσικούς πολέμους, έδωσε στην Πάρο ιδιαίτερη εμπορική σημασία. Το μάρμαρο έγινε ένα από τα πιο περιζήτητα υλικά της Ελληνικής αρχιτεκτονικής και έφερε στην Πάρο μεγάλο πλούτο και μεγάλη ακμή.
Αγοραστές έφταναν στο νησί και προμηθεύονταν μεγάλες ποσότητες και τα λατομεία έδιναν πολύ περισσότερο μάρμαρο απ’ αυτά της Πεντέλης.
Το Παριανό μάρμαρο ήταν το καλύτερο του κόσμου εξαιτίας της μεγάλης διαφάνειας που έχει. Όχι μόνο το χέρι του Πραξιτέλη, αλλά και η ζύμη του μαρμάρου αυτού δημιούργησαν τον Ερμή. Η διαφάνεια του Πεντελικού μαρμάρου είναι 15 χιλιοστά, της Καράρας στην Ιταλία 25 χιλιοστά και η διαφάνεια του Παριανού λυχνίτη 35 χιλιοστά.
Πόλη 40.000 κατοίκων! Ο αρχαιολόγος Δημήτρης Σκιλάρντι οδηγείται στο συμπέρασμα ότι η Πάρος έκανε εξαγωγή ημίεργων μαρμάρινων κτηρίων για να ολοκληρωθεί η λάξευσή τους στον τόπο εγκατάστασής τους. Σε τέτοιες περιπτώσεις, όπως πιστεύεται, τα μνημεία συνόδευαν ομάδες γλυπτών, προκειμένου να προβούν στην τελική επεξεργασία των μαρμάρων.
Κατά τον ίδιο η δραστηριότητα και η άφταστη καλλιτεχνική στάθμη των εργαστηρίων γλυπτικής εγγίζουν τον κολοφώνα τους στη διάρκεια του πρώτου μισού του 5ου αιώνα π. Χ. που θεωρείται δικαίως η χρυσή εποχή της Πάρου.
Η αρχαία πόλη στην περίοδο της ακμής της αριθμεί 40.000 κατοίκους και έχει πολλά θαυμάσια οικοδομήματα και ναούς. Πρόκειται για μαρμάρινη πόλη! Η χρήση του λυχνίτη και η εμπειρία των αρχιτεκτόνων την καθιστούσαν μια απ’ τις ομορφότερες πόλεις της Ελλάδας. Επιγραφικές μαρτυρίες αναφέρονται στο Πρυτανείο, το Δημόσιον, το Αγορανομείο, την Αγορά. Απ’ αυτά και άλλα δημόσια οικοδομήματα προέρχονται σημαντικά μάρμαρα του Κάστρου.
Το ιερό του Ασκληπιού, του Πυθίου Απόλλωνος στην ίδια θέση, το ιερό του Απόλλωνα και της Άρτεμης στο Δήλιο, το ιερό της Δήμητρος Θεσμοφόρου και Κόρης που δεν έχει ακόμα βρεθεί, ήταν όλα απ’ το μάρμαρο του Σπηλαίου των Νυμφών.
Ο Πλάτωνας δικαίως γράφει ότι αυτό το μάρμαρο προτιμούσαν οι θεοί και ο Βιργίλιος αναφέρεται στην κρουσταλένια ασπράδα του.
Νεότερη ιστορία: Με ξένα κεφάλαια το 1878 ανοίγουν τα εγκαταλειμμένα ορυχεία του Μαραθιού και με κέντρο το λατομείο αρχίζει μια σπουδαία παραγωγική δραστηριότητα που καθιστά την Πάρο της εποχής «μικρά βιομήχανο Ευρώπη», όπου διαμένουν και εργάζονται Άγγλοι, Αυστριακοί, Βέλγοι, Γερμανοί, Ανατολίτες και Αρμένιοι.
Η Εταιρεία Μαρμάρου κατασκεύασε σιδηροδρομική γραμμή και μετέφερε τα μάρμαρα από το λατομείο ως το λιμάνι. Η τωρινή αίθουσα του πολιτιστικού Συλλόγου «Αρχίλοχος» (ιδιοκτησία αδελφών Ναυπλιώτη) ήταν κέντρο αποθήκευσης και μιας πρώτης επεξεργασίας για το φόρτωμα στα πλοία. Προδίδεται η χρήση του σπουδαίου αυτού κτηρίου από τις μαρμάρινες εισόδους και όσα άλλα σώζονται από την εποχή αυτή.
Τα κτίρια δυτικά του λατομείου, ερείπια σήμερα, είχαν κατασκευαστεί ως γραφεία από την Εταιρεία Μαρμάρου, η οποία μετά δυο χρόνια χρεοκόπησε.
Από τα πολύ παλιά χρόνια από την παλαιολιθική και νεολιθική εποχή 50.000 και 5.000 χρόνια πριν οι τότε κάτοικοι είχαν διαπιστώσει τις ιδιότητες του μαρμάρου και το χρησιμοποίησαν ως οικοδομικό και καλλιτεχνικό υλικό. Οι άνθρωποι της εποχής του Κυκλαδικού πολιτισμού από το 3.000 χρόνια πριν φιλοτέχνησαν ειδώλια, σκεύη και άλλα αντικείμενα που προκαλούν το θαυμασμό ακόμα και σήμερα. Οι νεότεροι μόνιμοι κάτοικοι, αφού έγινε γνωστό ότι το Παριανό μάρμαρο υπήρξε το καλύτερο του κόσμου είχαν απ’ την παλιά ιστορία και τη γεωλογία κάτι να καμαρώνουν. Αυτό τους στήριξε ψυχικά καθώς η Πάρος υπήρξε πριν τον τουρισμό ένα σχετικά άσημο νησί. Το μάρμαρο χρησιμοποιήθηκε στις οικοδομές και στο στρώσιμο των δρόμων μαζί με το μεταμορφωμένο γρανίτη (γνεύσιο). Διαμόρφωσε λοιπόν μια σειρά επαγγελματιών και έδωσε δουλειά και ζωή στους ανθρώπους. Έγινε πρόσφορο και άρτος ζωής για τους Παριανούς. Από την άλλη υπήρξαν και τεχνίτες- καλλιτέχνες που προχώρησαν πιο πέρα. Σε μαρμάρινες γούρνες, σε παράθυρα γλυπτά και σε άλλα καλλιτεχνήματα που καμαρώνουμε σήμερα. Τις βρύσες του Μαυρογένη τις θαύμασε ο Ελύτης και έδωσε τους αθάνατους στίχους.
Όπου και να πατεί το πόδι σας, φωνάζω
ανοίξετε αδελφοί,
μια βρύση ανοίξετε,
τη δική σας βρύση του Μαυρογένη.
-Μάρμαρο και Ιστορία: Μπορούμε να μελετήσουμε την Ιστορία της Πάρου, επικεντρώνοντας την προσοχή μας στο μάρμαρο, στην επεξεργασία του και στο εμπόριο που ενθάρρυνε. Τα χρόνια του 1000 π.Χ. μάρμαρα φορτώθηκαν σε πλοία να πάνε στην Παλαιστίνη για το ναό του Σολομώντα.
-Μάρμαρο και γλύπτες: Καμαρώνουμε για τον Σκόπα και τον Αγοράκριτο, υπήρξαν όμως και άλλοι γλύπτες και κίνημα γλυπτικής. Νοτιοανατολικά της Εκατονταπυλιανής στα 300 μέτρα ανακαλύφθηκε αρχαίο εργαστήριο μαρμάρου της ελληνιστικής εποχής και σώζονται μερικοί τοίχοι του κτηρίου.
-Μάρμαρο και βιβλία: Τόσο η αρχαία ιστορία και τα ονομαστά έργα από Παριανό μάρμαρο ενέπνευσαν τον Νίκο Αλιπράντη να δώσει το βιβλίο του «Το Πάριο μάρμαρο» και την Κυριακή Ραγκούση-Κοντογιώργου το δικό της «Παριανοί Λατόμοι». Τα δύο βιβλία των πρακτικών των συνεδρίων για το μάρμαρο (Παρία Λίθος) και για τον Σκόπα.
-Μάρμαρο και γραφή: «Άξιον Εστί» η πρώτη χαραγμένη στην πέτρα ευχή του ανθρώπου. Πολλά διασώθηκαν με τη γραφή στο μάρμαρο και ας κάνουμε λόγο για το Πάριον Χρονικό, μια ιστορία γραμμένη στο μάρμαρο!
-Μάρμαρο και τέχνη: Ενθάρρυνε τους ανθρώπους να στοχεύσουν την αιωνιότητα! Η Πάρος έτσι βρίσκεται παντού σε όλον τον κόσμο, νικά με τις Νίκες από τα σπλάγχνα της και άλλα αριστουργήματα που φωτίζουν το σύμπαν.
-Μάρμαρο και παιχνίδι: Μικροί που δεν είχαμε ούτε τα ηλεκτρονικά, ούτε άλλο τίποτα, παίξαμε με τις μαρμάρινες κροκάλες των χειμάρρων που αποκαλούσαμε «αμάδες». Σε παιδικό παιχνίδι την Πρωτολιά, αναφερόμαστε φωναχτά στα «13 Μάρμαρα» και στον σκούνταυλο, χαρακτηριστικό πήλινο δοχείο.
-Μάρμαρο και όπλα: Οι κροκάλες που βρέθηκαν στο μυκηναϊκό ανάκτορο στις Κουκουναριές ήταν όπλα για να αποκρούσουν εισβολείς κατά τον ανασκαφέα Δημήτρη Σκιλάρντι.
-Μάρμαρο και εργασία: Δημιουργήθηκε παράδοση λατόμων που έφτασε μέχρι τις μέρες μας. Κατά τα δύσκολα χρόνια της εικοσαετίας 1950-1970 εκατοντάδες Παριανοί μη βρίσκοντας ικανά έσοδα από τις αγροτικές εργασίες μετανάστευσαν στην Αττική και δούλεψαν στα λατομεία της Πεντέλης και του Διονύσου.
-Μάρμαρο και καινούριοι γλύπτες. Ο σπουδαίος γλύπτης Νίκος Περαντινός από τη Μάρπησσα της Πάρου στην παράδοση αυτή οφείλει το ταλέντο του. Ο γλύπτης άφησε τα έργα του να στεγαστούν σε μουσείο στη γενέτειρά του με το όνομα «Μουσείο Περαντινού». Πολλοί σήμερα στην Πάρο, ανάμεσά τους και ο ομιλητής Αριστείδης Βαρριάς και ο Νίκος Σαρρής και ο Μανώλης Φωκιανός και άλλοι προσπαθούν να βρουν και να κάνουν να συνηχήσει η ομορφιά που βγάζει το μάρμαρο με την ομορφιά της ψυχής τους. Ήδη έχουμε εκπλήξεις.
-Πρέπει να πούμε ότι δεν υπήρξε ενδιαφέρον για τους μαρμαρογλύπτες της εποχής της εικοσαετίας 1950-1970 και για τα έργα τους. Θα είχε αξία να τα συγκεντρώσουμε. Είναι εντυπωσιακό επίσης ότι δεν ιδρύθηκε σχολή γλυπτικής στην Πάρο, όπως στην Τήνο.
Χάριν του αρπιστή και του αυλητή της Κέρου, δηλαδή της Πάρου, και άλλων πανάρχαιων μουσικών και χάριν του Αρχίλοχου του Πάριου τολμούμε να δώσουμε τελειώνοντας δυο μουσικά λόγια.
Η ιστορία σου και η ιστορία μου και ο χείμαρρος του πανδαμάτορα χρόνου που μας αποσαθρώνει σε άμμο. Προσευχές του Αρχίλοχου και λόγια αγάπης σβησμένα στο μάρμαρο απ’ τα πατήματα των παιδιών. Πέτρες της δόξας σκαλοπάτια στις αυλές των σχολείων, εξαρτήματα ξερολιθιάς, βότσαλα στα χωράφια και τις παραλίες, σώματα στους τοίχους και στους δρόμους της γειτονιάς. Παλιές σιγουριές ερείπια τώρα, αγωνίες και μορφές πανάρχαιων φόβων, αποδημητικά τοιχογραφίας, πάντα ονείρων απατηλότερα, πάντα σκιάς ασθενέστερα. Και η ψυχή σου διαρκώς σαστισμένη μέσα σε πολύκλωνα νήματα νοημάτων, μετέωρη διαρκώς πάνω σε γέφυρες παλιών περασμάτων. Όσοι απόμειναν σπόνδυλοι απ’ τα καμίνια του ασβέστη, όσοι απ’ τις αρπαγές διασώθηκαν, σφηνωμένοι σε άλλα τολμήματα κτισμάτων, πετρωμένοι σε άλλες αποκοτιές ζωής, θεμελιωμένοι σε άλλες αξίες του βίου. Ικεσίες τόσες και ψαλμοί και ύμνοι και κλέος παλιό λησμονημένο τώρα, κίονες πεσμένοι και θεοί φευγάτοι. Μένεις εσύ περπατώντας στα καλντερίμια πάνω στα μάρμαρα αρχαίων ναών μην γνωρίζοντας ποιον από τους φόβους να δαμάσεις πρώτα. Εδώ μπροστά σου τώρα θυμίζουν πως αλλάζουν όλα και φεύγουν και χάνονται και μένει να βρεις ποιο το μάταιο και ποιο το άλλο, το άδυτο που φωτίζει, όσο προχωράς και διαρκείς.
Να βρούμε λοιπόν το άδυτο που φωτίζει.
Γλύπτης
Η Παρία λίθος στη Βίβλο, στους Πατέρες της Εκκλησίας και στους εκκλησιαστικούς συγγραφείς.
A΄
Η υπέροχη για τη λευκότητά της, τη λεπτότητα των κόκκων της και τη διαύγειά της Παρία Λίθος, ο λυχνίτης, το μάρμαρο που σάρκωσε τόσα και τόσα αριστουργήματα της γλυπτικής και αρχιτεκτονικής, φαίνεται ότι δεν θα μπορούσε να έχει κάποια τύχη ευνοϊκή στον ανεικονικό κόσμο του Ιουδαϊσμού, ούτε βεβαίως και στα ιερά κείμενά του, την Παλαιά Διαθήκη.
Παρά ταύτα θα συναντήσουμε αναφορά στην Παρία Λίθο σε δύο κείμενά της: 1) στο Α΄ βιβλίο των Παραλειπομένων και 2) στο βιβλίο της Εσθήρ.
Α1) Βιβλία των Παραλειπομένων Α΄ & Β΄ ονομάστηκαν στην Ελληνική Μετάφραση τα βιβλία της Παλαιάς Διαθήκης Χρονικά. Οι εβδομηνταδύο Ελληνιστές Ιουδαίοι, οι οποίοι μετέφρασαν την Παλαιά Διαθήκη από τα Εβραικά στην Κοινή Ελληνική, περί το 280 π.Χ. στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου και επί βασιλείας του Πτολεμαίου Β’ του Φιλάδελφου, τα ονόμασαν Παραλειπόμενα, γιατί αυτά παρέχουν νέο ιστορικό υλικό, που δεν είχε καταγραφεί στα προηγούμενα ιστορικά βιβλία. Σ΄ αυτά γίνεται μια ανασκόπηση όλης της ιστορίας μέχρι του τέλους της Βαβυλώνιας αιχμαλωσίας το 538 π.Χ., οπότε και πιθανόν να γράφτηκαν. (Για τα βιβλία της Π. Διαθήκης βλ. Μπρατσιώτης Ι. Παναγιώτης, Εισαγωγή εις την Παλαιάν Διαθήκην, Αθήνα 1993)
Το τελευταίο κεφάλαιο του βιβλίου Α’ Παραλειπομένων, το 29ο, αναφέρεται στα τελευταία γεγονότα της ζωής του Δαβίδ (περί το 995 π.Χ.). Γράφει ότι ο Δαβίδ, αφού συγκέντρωσε όλους τους αξιωματούχους του Ισραήλ έδωσε, σύμφωνα με τις εντολές του Θεού, τις τελευταίες οδηγίες για την κατασκευή του Ναού. Έπειτα απευθυνόμενος στο γιο του Σολομώντα, του έδωσε τα ακριβή σχέδια του Ναού και πλήρη αναφορά του συγκεντρωμένου πλούτου για την κατασκευή του. Έτσι στο 2ο στίχο διαβάζουμε «κατὰ πᾶσαν τὴν δύναμιν ἡτοίμακα εἰς οἶκον Θεοῦ μου χρυσίον, ἀργύριον, χαλκόν, σίδηρον, ξύλα, λίθους σοόμ, καὶ πληρώσεως λίθους πολυτελεῖς καὶ ποικίλους καὶ πάντα λίθον τίμιον καὶ Πάριον πολύν». Δηλαδή «Μ΄ όλη μου τη δύναμη έχω ετοιμάσει για το ναό του Θεού μου χρυσό, άργυρο, χαλκό, σίδηρο, ξύλα, ονυχίτες λίθους και λίθους για την επένδυση, ακριβούς και ποικιλόχρωμους, και κάθε άλλο πολύτιμο λίθο, και πολύ Παρία Λίθο».
Αν η πληροφορία είναι ακριβής τότε θα πρέπει να υποθέσουμε ότι το Παριανό μάρμαρο είναι ήδη από τον 10ο π.Χ. αιώνα τόσο διάσημο, ώστε ο Βασιλιάς Δαβίδ να το παραγγείλει από την Ιερουσαλήμ για το Ναό του. Επίσης θα πρέπει να υποθέσουμε ότι η εξόρυξη από την κοίτη του ποταμού Σκαρπαθιώτη, (απ’ όπου έχει προέλθει το υλικό πολλών Κυκλαδικών ειδωλίων των προηγούμενων αιώνων), έχει ήδη προχωρήσει στις στοές για μαζική παραγωγή. Και οι δύο υποθέσεις φαντάζουν κάπως ανίσχυρες.
Μια άλλη υπόθεση μας επιτρέπει να εικάσουμε τα εξής: Γνωρίζουμε ότι η Ιερουσαλήμ και ο πρώτος Ναός του Σολομώντα, αυτός που κατασκευάστηκε το 995, κατάστράφηκαν ολοσχερώς από το Ναβουχοδονόσωρα το 586 π.Χ., τότε που οι Ιουδαίοι σύρθηκαν αιχμάλωτοι στη Βαβυλώνα. Το 538, όταν ο βασιλεύς των Περσών Κύρος καταλαμβάνει τη Βαβυλώνα, με διάταγμά του επαναπατρίζει τους Ιουδαίους, οι οποίοι επιστρέφουν με το όραμα της ανοικοδόμησης του κατεστραμμένου ναού τους. Έτσι ο δεύτερος ναός του Σολομώντα κτίστηκε προς το τέλος του 6ου αιώνα, πριν από το 516, κάποιες δηλαδή δεκαετίες πριν από τη συγγραφή του βιβλίου των Παραλειπομένων. Την εποχή αυτή η Παρία Λίθος, όντως, είναι περίφημη σ’ όλη τη λεκάνη της Μεσογείου και τα λατομεία του Μαραθιού βρίσκονται σε πλήρη δραστηριότητα. Μπορούμε λοιπόν να υποθέσουμε ότι η αναφορά στην Παρία Λίθο αφορά, μάλλον, σ’ αυτόν τον δεύτερο ναό.
Δυστυχώς και αυτή η υπόθεση δεν μπορεί να επιβεβαιωθεί, μια που ο ναός αυτός και μετά την ανοικοδόμησή του από τον Ηρώδη τον Μέγα το 20 π.Χ. καταστράφηκε ολοσχερώς από τους Ρωμαίους το 70 μ.Χ.
Α2. Το βιβλίο της Εσθήρ, γράφτηκε περίπου τον 4ο αιώνα και αναφέρεται σε γεγονότα που διαδραματίζονται στο α΄ μισό του 5ου π.Χ. αιώνα. Το βιβλίο διηγείται την ιστορία της Ιουδαίας ηρωίδας Εσθήρ και του τρόπου με τον οποίο αυτή έσωσε τους Ιουδαίους της Περσίας από την επιβολή των εχθρών τους με την παρέμβασή της στο βασιλιά και σύζυγό της Αρταξέρξη.
Σημειωτέον ότι στο Εβραϊκό κείμενο, ως όνομα του βασιλιά αναφέρεται το Αχασβερός, το οποίο οι Ο΄ μετέφρασαν ως Αρταξέρξης, ενώ κάποιοι ιστορικοί τον ταυτίζουν με τον γνωστό μας Ξέρξη Α΄.)
Στο α΄ κεφάλαιο του τμήματος του πρωτοκανονικού κειμένου, γίνεται λόγος για τη δύναμη και τον πλούτο του βασιλιά των Περσών και στον 6ο στίχο δίνεται περιγραφή του πολυτελούς ανακτόρου στα Σούσα.
Εκεί γράφει: «κεκοσμημένῃ (η αυλή οίκου του Βασιλέως) βυσσίνοις καὶ καρπασίνοις τεταμένοις ἐπὶ σχοινίοις βυσσίνοις καὶ πορφυροῖς, ἐπὶ κύβοις χρυσοῖς καὶ ἀργυροῖς, ἐπὶ στύλοις παρίνοις καὶ λιθίνοις· κλῖναι χρυσαῖ καὶ ἀργυραῖ ἐπὶ λιθοστρώτου σμαραγδίτου λίθου καὶ πιννίνου καὶ παρίνου λίθου καὶ στρώμναι διαφανεῖς ποικίλως διηνθισμέναι, κύκλῳ ρόδα πεπασμένα·»
Δηλαδή: «Η Αυλή ήταν στολισμένη με σκηνές από Βύσσο λευκές και πράσινες, οι οποίες είχαν δεθεί με πορφυρά σχοινιά από βύσσο, με κρίκους χρυσούς και αργυρούς πάνω σε στύλους από Παρία Λίθο. Εκεί επίσης είχαν στηθεί κλίνες χρυσές και αργυρές στο λιθόστρωτο, το στρωμένο με πολύτιμους λίθους, δηλαδή σμαραγδίτη, πίννινον και Πάριο Λίθο. Πάνω σ’ αυτά υπήρχαν πολυτελέστατα στρώματα διανθισμένα ποικιλοτρόπως. Γύρω δε απ’ αυτά υπήρχαν σκορπισμένα ρόδα». Τόσο οι κίονες λοιπόν, όσο και το λιθόστρωτο ήταν από Παρία Λίθο.
Από τον καθηγητή Moshe Fischer έχει εκφραστεί η άποψη, πως αφού στο εβραϊκό κείμενο και των δύο παραπάνω βιβλίων δεν γίνεται αναφορά στην Παρία Λίθο, αλλά μόνο σε μάρμαρο, πιθανόν να πρόκειται για προσθήκη των μεταφραστών Ο΄, Γράφει συγκεκριμμένα: «μια που την εποχή που έγινε η μετάφραση, ακολουθώντας μια παράδοση της Ελληνικής Κλασσικής Γραμματείας, η Παρία Λίθος εχρησιμοποιείτο μεταφορικά για να δηλώσει το εξαιρετικό και απαστράπτον μάρμαρο».(Βλ. Moshe Fischer ‘ On Parian Pillars’ The Septuagint Translation of the Book of Esther 1,6”, Παρία Λίθος Συλλογικός τόμος, Αθήνα 2000, σ. 465)
Διατηρούμε σοβαρές επιφυλάξεις για την ορθότητα αυτής της υπόθεσης, που αφορά και στα δύο κείμενα. Για το απόσπασμα από την Εσθήρ πρέπει να επισημάνουμε ότι περιγράφει το ανάκτορο στα Σούσα του 5ου π.Χ. αιώνος, το οποίο βεβαίως δεν είναι Ελληνιστικό, όπως το αποκαλεί, και δεν βρισκόταν στο Ισραήλ, αλλά στην Περσία.
Για δε το απόσπασμα από το βιβλίο των Παραλειπομένων πρέπει να παρατηρήσουμε ότι όταν γίνεται η μετάφραση των Ο΄ (Αλεξάνδρεια 280 π.Χ.) γίνεται από Εβραίους Ελληνιστές για χάρη των Ελληνιστών Ιουδαίων, οι οποίοι είχαν μεν χάσει κάποια επαφή με την Εβραϊκή γλώσσα, αλλά που γι’ αυτούς ο Ναός του Σολομώντα παρέμενε το κέντρο της Θρησκευτικής τους ζωής και ήταν γνωστή κάθε λεπτομέρεια που αφορούσε σ΄ αυτόν. Να υπενθυμίσουμε ότι ο δεύτερος Ναός ανοικοδομήθηκε μεταξύ των ετών 534 και 516 π.Χ. Έτσι εικάζουμε, ότι θα ήταν αδύνατον οι 72 εβραίοι σοφοί μεταφραστές να έδωσαν ψευδή πληροφορία για την προέλευση των μαρμάρων ενός τόσο σημαντικού και τόσο οικείου για αυτούς μνημείου. Θεωρούμε δε, όπως προείπαμε, ότι οι Ο΄ αναφέρονται στο 2ο Ναό του Σολομώντα, αυτόν που χτίστηκε μετά την επιστροφή από την Βαβυλώνιο αιχμαλωσία.
Βεβαίως, πέρα από τις όποιες υποθέσεις, μια βεβαιότητα αναδεικνύεται: Ότι η Παρία Λίθος έτσι όπως χρησιμοποιείται στα δύο κείμενα της Παλαιάς Διαθήκης, λαμπρύνεται ως σύμβολο της πλέον εξαιρετικής ποιότητας μαρμάρου.
Β΄
Ο Χριστιανισμός, βγήκε ιστορικά μέσα από τα σπλάχνα του Ιουδαϊσμού, γεννημένος στο γεωγραφικό χώρο της Ιουδαίας, αλλά διαμορφώθηκε σε μια εποχή που η Ελληνική γλώσσα, φιλοσοφία και αισθητική κυριαρχούν.
Η Εκκλησία από τις πρώτες μέρες της ύπαρξής της κλήθηκε να αναζητήσει το δικό της πρόσωπο στη σχέση της τόσο με τη Ρωμαϊκή πολιτική πραγματικότητα, όσο και με τον κυρίαρχο Ελληνικό πολιτισμό. Διέγραψε μια επώδυνη πορεία. Την πορεία αυτή παρακολουθεί κανείς μελετώντας τα συγγράμματα των Πατέρων της Εκκλησίας.
Η παρουσία αναφορών, έστω και περιορισμένων, στην Παρία Λίθο μέσα στα συγγράμματα αυτά των Πατέρων της Εκκλησίας είναι ιδιαίτερης σημασίας, γιατί, μέχρις ενός σημείου, αντανακλούν όψεις αυτής της πορείας από τη μια, και από την άλλη μαρτυρούν την διατήρηση της φήμης του Παριανού μαρμάρου μέσα στους αιώνες της υπερχιλιετούς Βυζαντινής Ιστορίας.
Η Παρία λίθος, με τα εννέα διαφορετικά ονόματα, που στη διαδρομή των αιώνων χρησιμοποιήθηκαν για το Παριανό μάρμαρο, συναντάται σε 10 κείμενα Πατέρων της Εκκλησίας και εκκλησιαστικών συγγραφέων. (Για τα διαφορετικά ονόματα της Παρίας Λίθου Βλ. Νίκος Αλιπράντης «Το παριανό μάρμαρο στην ιστορία και την τέχνη», Αθήνα 1996, σσ. 63-78)
Με κάποια χρονολογική σειρά αυτοί οι συγγραφείς ή τα κείμενα είναι:
- Ο Κλήμης ο Αλεξανδρεύς (2ος-3ος αιώνας – + πριν 215)
- Ο Εὐσέβιος Καισαρείας (265 – 340)
- Ο Προυδέντιος (348 – 413)
- Ησύχιος ο Αλεξανδρεύς, το λεξικό του οποίου συμπληρώθηκε από τον Κύριλλο Αλεξανδρείας (5ος αι.)
- Σιδώνιος Απολλινάριος Γάϊος Σόλλιος, εκκλησιαστικός συγγραφέας επίσκοπος του Κλερμόν. (431-489)
- Ο Προκόπιος ο Καισαρεύς (500 – 565)
- Ισίδωρος αρχιεπίσκοπος Σεβίλλης (560-636)
- Φώτιος, Πατριάρχης Κων/πόλεως (820-893 μ.Χ.)
- Νικήτας ο Μάγιστρος (& Συμεών ο Μεταφραστής) (9ος ή 10ος αιώνας)
- Το Λεξικό του Σουίδα (10ος αιών)
Ελλείψει διαθέσιμου χρόνου, στην εισήγηση αυτή θα παρουσιαστούν και θα σχολιαστούν εν συντομία τα αποσπάσματα τεσσάρων κειμένων Πατέρων και εκκλησιαστικών συγγραφέων, τα οποία κρίνουμε ιδιαίτερης σημασίας: α. τα δύο αποσπάσματα από το έργο του Κλήμεντος του Αλεξανδρέως «Προτρεπτικός προς Έλληνας», β) το απόσπασμα από το έργο του Ευσεβίου Καισαρείας «Ευαγγελική Προπαρασκευή», γ) το απόσπασμα από το έργο του Προκοπίου «Περί κτισμάτων» και δ) το απόσπασμα από το έργο του Νικήτα Μάγιστρου «Εις τον βίον της Αγίας Θεοκτίστης», έργο που θα συναντήσομε και στον Συμεώνα τον Μεταφραστή.
Β1. Κλήμεντος «Προτρεπτικός προς Έλληνας»
Ο Τίτος Φλάβιος Κλήμης, ο μεγαλύτερος θεολόγος της εποχής του, γεννήθηκε πιθανόν στην Αθήνα γύρω στο 150 μ.Χ. Φιλόσοφος και πολυμαθής, εγκαταστάθηκε στην Αλεξάνδρεια περί 180 μ. Χ. όπου υπήρξε μαθητής του Πάνταινου στην περίφημη Κατηχητική Σχολ. Περί το 200 μ.Χ. διαδέχεται τον Πάνταινο στη διεύθυνση της Σχολής, στην οποία δέχονταν μαθητές και μη χριστιανούς. Κατά το διωγμό του Σεπτιμίου Σεβήρου αναγκάζεται να εγκαταλείψει την Αλεξάνδρεια και να καταφύγει στην Καισάρεια, όπου οργάνωσε νέα Θεολογική Σχολή στα πρότυπα της Σχολής της Αλεξάνδρειας. Ο θάνατός του τοποθετείται πριν από το 215 μ.Χ. Ένα από τα πολλά συγγράματά του είναι και το ‘Προτρεπετικός προς Έλληνας’, από το οποίο είναι και τα δύο αποσπάσματά μας στα οποία γίνεται λόγος για την Παρία Λίθο.
Στην αρχή περίπου του 4ου κεφαλαίου, στη σελ. 40, όπου παρατίθεται μια σειρά γλυπτών και τα ονόματα των καλλιτεχνών που τα κατασκεύασαν, διαβάζουμε:
Απόσπασμα 1ο «…μή οὖν ἀμφιβάλλετε, εἰ τῶν Σεμνῶν Ἀθήνησι καλουμένων θεῶν τάς μέν δύο Σκόπας ἐποίησεν ἐκ τοῦ καλουμένου λυχνέως λίθου, …». (Κεφ. 4ο, Β.Ε,Π,Ε,Σ,τόμος 7ος, σ. 40, στ. 25-27)
Δηλαδή, «Μην έχετε αμφιβολία για το αν, από τις Θεές στην Αθήνα που αποκαλούνται Σεμνές, τις δύο πρώτες έφτιαξε ο Σκόπας από το λίθο που αποκαλείται λυχνίτης..»
Και κάποιες σελίδες παρακάτω, στη σελίδα 47, κι αφού ολοκληρώνει την επιχειρηματολογία του για το ότι τα είδωλα είναι έργα ανθρώπων διαβάζουμε:
Απόσπασμα 2ο « Τί δ’ ἄλλο χρυσός ἤ ἄργυρος ἤ ἀδάμας ἤ σίδηρος ἤ χαλκός ἤ ἐλέφας ἤ λίθοι τίμιοι; Οὐχί γῆ τε καί ἐκ γῆς; Οὐχί δέ μιᾶς μητρός ἔκγονα, τῆς γῆς, τά πάντα ταῦτα ὅσα ὁρᾷς; ….Καλός ὁ Πάριος λίθος, ἀλλ’ οὐδέπω Ποσειδῶν. Καλός ὁ ἐλέφας, ἀλλ΄ οὐδέπω Ὀλύμπιος. Ἐνδεής ἀείποτε ἡ ὕλη τῆς τέχνης, ὁ θεός δέ ἀνενδεής. ….χρυσός ἐστι τό ἄγαλμά σου, ξύλον ἐστίν, λίθος ἐστίν, γῆ ἐστιν, ἐάν ἄνωθεν νοήσῃς, μορφήν παρά τοῦ τεχνίτου προσλαβοῦσα. Γῆν δἐ ἐγώ πατεῖν, οὐ προσκυνεῖν μεμελέτηκα. Οὐ γάρ μοι θέμις ἐμπιστεῦσαί ποτε τοῖς ἀψύχοις τάς τῆς ψυχῆς ἐλπίδας. (Κεφ. 4ο Β.Ε.Π.Ε.Σ. τόμος 7ος σ. 46, στ. 19-33)
Δηλαδή «Γιατί τι άλλο είναι ο χρυσός και ο άργυρος ή το διαμάντι ή ο σίδηρος ή ο χαλκός ή το ελεφαντόδοντο ή οι πολύτιμοι λίθοι; Δεν είναι γη και δεν προήλθαν από τη γη; Δεν είναι όλα όσα βλέπεις παιδιά μιας μάνας, της γης όλα τούτα που όσα βλέπεις;..Είναι όμορφος-καλός ο Πάριος Λίθος, αλλά σε καμμιά περίπτωση ο Ποσειδώνας… Καλό είναι το ελεφαντόδοντο, αλλά σε καμμιά περίπτωση δεν είναι Ολύμπιο. Η ύλη χρειάζεται πάντα την τέχνη, όμως ο Θεός είναι ανενδεής….Αν έχεις νόηση άνωθεν, θα δεις ότι είναι χρυσός το άγαλμά σου, είναι ξύλο, πέτρα είναι, γη είναι, που έλαβε μορφή από τον καλλιτέχνη. Κι εγώ δεν έχω μάθει να προσκυνώ τη γη, αλλά να την πατώ. Γιατί για μένα δεν είναι θεμιτό να εμπιστεύομαι σε άψυχα τις ελπίδες της ψυχής».
Ο Κλήμης ο Αλεξανδρεύς, ακολουθεί την παράδοση των Απολογητών, οι οποίοι προβάλλουν την άποψη, πως κάθε όμορφο και αληθινό στον προχριστιανικό κόσμο προέρχεται από το Θεό και εντάσσεται στην προετοιμασία των λαών για το Χριστό. Αυτή η άποψη, που στον Ιουστίνο πήρε τη μορφή της διδασκαλίας για τον Σπερματικό Λόγο, επέτρεψε στην Εκκλησία των πρώτων αιώνων να μετατρέψει εγκαταλελειμμένους ειδωλολατρικούς ναούς σε χριστιανικούς ή να προσλάβει σε δεύτερη χρήση αρχιτεκτονικά μέλη από κατεστραμμένους ειδωλολατρικούς ναούς.
Καλός ο Πάριος λίθος. Τι να αντιπροσωπεύει άραγε ο Πάριος Λίθος στη συλλογιστική του Κλήμεντος; Από τη συνάφεια όλης της πορείας της σκέψης του σ’ όλο το έργο μπορούμε με ασφάλεια να πούμε πως ο Πάριος λίθος αντιπροσωπεύει τόσο το τελειότερο μάρμαρο αγαλματοποιίας, όσο και την ίδια την τέχνη της γλυπτικής. Έτσι ο άγιος Πατέρας, διαχωρίζοντας τόσο έντονα και καθαρά, την ύλη και την τέχνη από την πίστη στους ειδωλολατρικούς θεούς, διασώζει τα αριστουργήματα της Ελληνικής τέχνης από την τυχόν μανία φανατικών απλοϊκών χριστιανών, οι οποίοι θα έβλεπαν σ’ αυτά τα σύμβολά των θεών στο όνομα των οποίων υφίστανται τις διώξεις και το μαρτύριο. Η πορεία αυτή θα ολοκληρωθεί ένα αιώνα αργότερα με τους Καππαδόκες Πατέρες.
Β2. Ευσεβίου Καισαρείας Ευαγγελική Προπαρασκευή.
Ο Ευσέβιος, ήταν επίσκοπος Καισαρείας Παλαιστίνης. (265/280- περί το 340), φίλος και βιογράφος του Μ. Κων/νου.
Στο 5ο βιβλίο της «Εὐαγγελικῆς προπαρασκευῆς» και στα κεφ. 10-13 ο Ευσέβιος επιτίθεται κατά των ειδώλων, σχολιάζοντας αποσπάσματα από την επιστολή του διάσημου σύγχρονού του Νεοπλατωνικού φιλοσόφου Πορφυρίου του Τύριου προς τον Ανεβώ. Σ΄ αυτήν , ο Πορφύριος κάνει σκληρή κριτική στη λαϊκή θρησκευτικότητα της ειδωλολατρίας,.
Έτσι ο Ευσέβιος, αφού θα αναφέρει στο 11ο κεφ. « Ὅτι οἱ δαίμονες οὕς δή θεούς ὑπειλήφασιν ἀνθρώπους ἐδίδαξαν τάς οἰκείας περιεργίας», και στο 12ο κεφ. « Ὅτι καί τά ἀγάλματα μαγικῶς αὐτοί κατασκευάζειν ἐδίδαξαν», έρχεται στο 13ο κεφ. να συμπληρώσει «Ὅτι καί τάς μορφάς τῶν ξοάνων αὐτοί κατέδειξαν». (Βιβλίο 5ο, κεφ. Ιγ΄ 3-4 Β.Ε.Π.Ε.Σ. τόμος 25ος, σ. 165)
Στους στίχους μάλιστα, στ. 16- 26 γράφει:
«… καί τῆς Ἑκάτης δέ ταῦτα περί αὑτῆς λεγούσης τέθειται.
«ἤδη μοι σύ γε πάντα ποίει. Ξόανον δέ ἐν αὐτῷ
μορφή μοι πέλεται Δημήτερος ἀγλαοκάρπου,
εἵμασι παλλεύκοις, περί ποσί δέ χρυσοπέδιλος·
ἀμφί δέ τῇ ζώνῃ δολιχοί προθέουσι δράκοντες,
ἴχνεσιν ἀχράντοισιν ἐφερπύζοντες, ἄνωθεν,
αὐτῆς ἐκ κεφαλῆς ἀρτώμενοι εἰς πόδας ἄκρους,
σπειρηδόν περί πᾶσαν ἑλισσόμενοι κατά κόσμον».
ὕλη δέ, φησίν,
«ἡ Παρίοιο λίθου, ἤ εὐξέστου ἐλέφαντος»
Δηλαδή, το υλικό να είναι Πάριος Λίθος ή ευκολολάξευτο ελεφαντόδοντο.
Μ΄ αυτό τον τρόπο, διαφοροποιούμενος από την ως τότε παράδοση, περνά μια κάπως επιθετική στάση των χριστιανών απέναντι όχι μόνο στα είδωλα, αλλά ακόμη και απέναντι στο υλικό που είναι φτιαγμένα. Εκλεκτότερο υλικό όλων, η Παρία λίθος και το ελεφαντόδοντο. Επιτρέψτε μου να παρατηρήσω, πως ευτυχώς, η άποψή του παρέμεινε περιθωριακή μέσα στην εκκλησιαστική παράδοση.
Β3. Προκοπίου (500 – 565) Περί κτισμάτων.
Το Περὶ κτισμάτων έργο του Προκοπίου από την Καισάρεια, μάλλον ημιτελές έργο, σε 6 βιβλία, αναφέρεται στο σπουδαίο οικοδομικό έργο του Ιουστινιανού Α΄, και έχει χαρακτήρα εγκωμιαστικό.
Στο τρίτο κεφάλαιο του πρώτου βιβλίου και αμέσως μετά από την περιγραφή του Ναού της Αγίας Σοφίας διαβάζουμε για το Ναό της Παναγίας των Βλαχερνών τα ακόλουθα:
«3…ἀλλὰ νῦν, ὅπερ εἶπον, τὰ ἐπὶ Βυζαντίου ἱερά μοι γεγράψεται. τὸν μὲν οὖν ἕνα τῆς θεοτόκου νεὼν ᾠκοδομήσατο πρὸ τοῦ περιβόλου ἐν χώρῳ καλουμένῳ Βλαχέρναις· αὐτῷ γὰρ λογιστέον καὶ τὰ Ἰουστίνῳ εἰργασμένα τῷ θείῳ, ἐπεὶ καὶ αὐτοῦ τὴν βασιλείαν κατ’ ἐξουσίαν αὐτὸς διῳκεῖτο· ἐπιθαλάσσιος δὲ ὁ νεώς ἐστιν, ἱερώτατος τε καὶ σεμνὸς ἄγαν, ἐπιμήκης μέν, κατὰ λόγον δὲ περιβεβλημένος τῷ μήκει τὸ εὖρος, τά τε ἄνω καὶ τὰ κάτω ἄλλῳ οὐδενὶ ἀνεχόμενος ὅτι μὴ τμήμασι λίθου Παρίου ἐν κιόνων λόγῳ ἐνταῦθα ἑστῶσι. 4 καὶ τὰ μὲν ἄλλα τοῦ νεὼ μέρη κατ’ εὐθὺ ἑστᾶσιν οἱ κίονες, κατὰ δὲ τὰ μέσα ὑποστέλλονται εἴσω. 5 μάλιστα δὲ ἂν τις ἀγασθείη τοῦ ἱεροῦ τοῦδε εἴσω γενόμενος τὸ μὲν p40 ὑπέρογκον τοῦ σφαλεροῦ χωρὶς τεταγμένον ὁρῶν, τὸ δὲ μεγαλοπρεπὲς τοῦ ἀπειροκάλου ἐλεύθερον». (Προκοπίου Περί κτισμάτων, Teubner Α΄ 3γ΄ 3-5)
Ὁ ναὸς των Βλαχερνών, δίπλα στὸν Κεράτιο, ἔξω ἀπὸ τὰ τείχη, με τους κίονες από Παρία Λίθο, υπήρξε το πιο γνωστὸ και φημισμένο ιερό της Παναγίας στὴν Κωνσταντινούπολη, μὲ διαρκή ακτινοβολία σ᾽ ολόκληρο το χριστιανικό κόσμο. Τὸ ναό πρωτοέχτισε ἡ αυτοκράτειρα Πουλχερία και ο Μαρκιανός μεταξύ των ετών 450-453, Επί Λέοντος Α´ (457-474) ὁ ναός απέκτησε το «άγιο λούσμα», το ἁγίασμα και το παρεκκλήσιο της Ἁγίας σορού. Επί Ιουστίνου Α΄(518-527) θείου του Ιουστινιανού, ο Ιουστινιανός τροποποίησε καὶ τελειοποίησε τὸ αρχικό οικοδόμημα. Στην περιγραφή του ο Προκόπιος, αφήνει την εντύπωση, πως στον τύπο της βασιλικής υψώθηκε τρούλλος, στηριγμένος σε ημικύκλιο που σχημάτιζαν οι κίονες από Παρία Λίθο. Ἡ ανακαίνιση αὐτή, ἐπὶ Ιουστίνου Α´, περιλαμβάνεται καὶ σὲ δύο επιγράμματα τῆς Παλατινῆς Ανθολογίας.
Ύστερα ἀπὸ τὴν πυρκαγιά του 1434 και την Άλωση, τὰ πάντα ερειπώθηκαν καὶ ερημώθηκαν. Έμεινε μόνο ὁ χώρος τοῦ αγιάσματος.
Γνωρίζουμε ότι οι κολώνες του Ναού της Παναγίας Εκατονταπυλιανής και του κιβωρίου της είναι φτιαγμένες από μάρμαρο Προκοννήσου. Πόσο εύλογο είναι να εικάσουμε ότι η Παναγία των Βλαχερνών και η Εκατονταπυλιανή κτίζονται συγχρόνως και ότι τα πλοία που κουβάλησαν από την Κων/πολη τα μάρμαρα Προκοννήσου για την Εκατονταπυλιανή, μετέφεραν στη Βασιλεύουσα τα μάρμαρα της Παρίας Λίθου για τις κολόνες της Παναγίας των Βλαχερνών;
Β4.
Θα τελειώσω με το βιβλίο «Εις τον Βίον της οσίας Θεοκτίστης της Λεσβίας» του Νικήτα Μάγιστρου (αρχές 10ου αι. ), το οποίο επανελήφθη σχεδόν αυτούσιο αργότερα στο δεύτερο μισό του ίδιου αιώνα από τον Συμεώνα τον Μεταφραστή. Αναφέρομαι στα αποσπάσματα, που αφορούν στον μισοκατεστραμένο τότε Ναό της Παναγίας Εκατονταπυλιανής και τα οποία αποτελούν ύμνο στην Παρία Λίθο.
Εκεί, ο Νικήτας περιγράφοντας τα θωράκια από Παρία Λίθο πάνω από τις κιονοστοιχίες γράφει: «Ἦν ἄρα τις ἀξιοθέατος καί λείψανα σώζων ἔτι τῆς παλαιᾶς ὡραιότητος· Σύμμετρος γάρ ἐδεδόμητο πάντοθεν καί κίοσι συχνοῖς τοῖς ἐκ βασιλικοῦ ἠρήρειστο λίθου, πριστῷ τε λίθῳ πάντα τοῖχον ἠμφίεστο παραπλησίως τοῖς κίοσιν. Εἰς τοσοῦτον δέ τόν λίθον λεπτύνας ἐξύφανεν ὁ τεχνίτης, ὡς δοκεῖν ἐξ ὑφασμάτων τόν τοῖχον ἐνδεδύσθαι βυσσίνων. Τό δέ μαρμαῖρον τοῦ λίθου τοσαύτην ἐνέφαινε τήν ὑγρότητα καί μαρμαρυγήν, ὡς καί μαργάρων στιλβηδόνα νικᾶν· τοσοῦτον τόν περιόν ὑπῆρχε τοῦ λίθου, μᾶλλον δέ ἡ σπουδή τοῦ τεχνίτου, ὅς καί τό κάλλος ἐφιλονείκησε τῇ φύσει προσνεῖμαι».
Ακόμη περισσότερο τον εντυπωσιάζει το μισο-κατεστραμμένο, τότε, κιβώριο της αγίας τραπέζης. Για τον ουρανό του κιβωρίου από Παρία Λίθο γράφει:
§ 4 «Ὡς δέ καί τῆς σεβαστῆς καί θείας τραπέζης τό «ὑπερκείμενον ὀρόφιον εἴσω τῆς πύλης ἑωράκαμεν, κατεπλάγημεν τῆς τερπνότητος· οὐδέ γάρ ἐῴκει λίθου φύσιν ἔχει τό τόρευμα, οὐδέ σιδήρῳ καί τέχνῃ λελαξεῦσθαι καί χείρεσιν, ἀλλ’ οἷά τινι γάλακτι ὀπῷ φυραθέντι καί πρός τό σχῆμα τοῦ στέγους μεμηχανημένου τοῦ χεύματος… τοιούτῳ ποτέ ἐγώ λίθῳ τεθέαμαι διφρηλατοῦσαν ἐπί ταύροις Σελήνην. Τό μέν οὖν ἔκειτο τεθραυσμένον, ἡμεῖς δέ συνεθέομεν καί παριστάμεθα καταρώμενοι καί παντοίως τόν συντρίψαντα λοιδορούμενοι· καί γάρ ἦν τι χρῆμα καί ἄξιον οἴκῳ Θεοῦ κειμήλιον καί ἀνάθημα». (H. Delehaye et P. Peeters, Acta Sanctorum Novembris, IV, Bruxellis 1925, σ. 226-227).
Το ορόφιον του κιβωρίου, γράφει, δεν έμοιαζε να έχει γίνει από μάρμαρο ή να έχει λαξευθεί από ανθρώπινα χέρια και εργαλεία, αλλά φαινόταν σαν να ήταν φτιαγμένο από πηγμένο γάλα που είχε χυθεί (σε καλούπι) στο σχήμα του στεγάστρου.
Κατά την Αγγελική Μητσάνη, το παλαιοχριστιανικό κιβώριο της Καταπολιανής απετελείτο από διαφορετικής προελεύσης μάρμαρο, εισαγόμενο πιθανώς προκοννήσιο και ντόπιο παριανό. Τα κιονόκρανα είναι έργα έμπειρων τεχνιτών από την Κωνσταντινούπολη, από όπου και εστάλησαν, μάλλον έτοιμα γύρω στο 540. Αλλά οι βάσεις, τα επιστύλια και ο ουρανός κατασκευάσθηκαν στην Πάρο από μάρμαρο εγχώριο και προδίδουν την εργασία του τοπικού εργαστηρίου. Κάτι παρόμοιο όπως και στον Ιουστινιάνειο ναό του Αγίου Ιωάννου στην Έφεσο.
(Βλ. Αγγελική Μητσάνη, Το παλαιοχριστιανικό κιβώριο της Κατοπολιανής Πάρου. Δελτίον XAE 19 (1996-1997), Περίοδος Δ’• ΑΘΗΝΑ 1997, σ. 330 & 333. Βλ. επίσης Η. Η. Jewell and F. W. Hasluck, The church of Our Lady of the Hundred Gates, London1920, Θ. Αλιπράντης, Η Εκατονταπυλιανή της Πάρου, Θεσσαλονίκη 1993, Ά. Κ. ‘Ορλάνδος, «Ή πρόσφατος άναστήλωσις της Καταπολιαν ής τής Πάρου, Πορίσματα ερευνών και νέα ευρήματα», ΕΕΚΜ 5 (1965-66), και «Η Εκατονταπυλιανή και η Χριστιανική Πάρος»,Πρακτικά Συνεδρίου, Πάρος 1998).
Ευχαριστώ τους Φίλους της Πάρου και τους συνδιοργανωτές αυτής της Ημερίδας για την ευκαιρία που μου έδωσαν να εισηγηθώ ένα τέτοιο θέμα.
Εδώ θα ήθελα να πω ότι, το γεγονός ότι η Παρία Λίθος απουσιάζει από όσα Πατριστικά Λεξικά έχω υπ’ όψιν μου, , ακόμη και τα πληρέστερα, όπως αυτό του G.W.H. Lampe. καθιστά το έργο του εντοπισμού αυτών των αναφορών επίπονη. Έτσι η μόνη οδός που απομένει για να βρούμε κι άλλες αναφορές στην Παρία Λίθο, μέσα στα συγγράμματα των Πατέρων της Εκκλησίας και Εκκλησιαστικών συγγραφέων είναι η άμεση επαφή και μελέτη αυτών των συγγραμμάτων.