Παρουσίαση σε 4 συνέχειες του έργου του ταλαντούχου καλλιτέχνη της κεραμικής Στέλιου Γκίκα «Τα βυζαντινά μονοπάτια».
Αρχίζουμε εδώ με μία εισαγωγή στο θέμα και το πρώτο μέρος μίας εξόχως λυρικής παρουσίασης των συμβόλων και παραδόσεων της Ορθοδοξίας από τον ιερωμένο Ευάγγελο Βαλαντάση.
Κείμενο: Ευάγγελος Βαλαντάσης
Σχέδια: Στέλιος Γκίκας
Το να είσαι θρησκευόμενος είναι σαν να βαδίζεις σ’ ένα παλιό και περπατημένο μονοπάτι. Μερικές φορές (όχι συχνά) βιάζεσαι, περπατάς γοργά για να φτάσεις σε κάποιον προορισμό και να φέρεις σε πέρας κάποια σημαντική εργασία. Συνήθως, όμως, περπατάς αργά, περιπλανιέσαι, σταματάς για να ακούσεις τα πουλιά να κελαηδούν, να χαζέψεις τα κατσίκια, ή να μυρίσεις τα βουνίσια βότανα που ξεραίνονται κάτω από τον καυτό ήλιο απελευθερώνοντας τα αρώματά τους.
Η Πάρος αποτελεί θρησκευτικό μονοπάτι εδώ και χιλιάδες χρόνια. Γυναίκες και άντρες, παιδιά και γέροντες, άλλοι γεμάτοι τόλμη κι άλλοι γεμάτοι περιέργεια, έχουν βαδίσει σ’ αυτό το μονοπάτι για να τιμήσουν τους αρχαίους θεούς, να λατρέψουν τον Δία, τον Απόλλωνα, την Αθηνά, τον Ασκληπιό, τον Ιησού, τους χριστιανούς Αγίους και την αγαπημένη του νησιού, τη Μαρία, τη Θεοτόκο, τη μητέρα του Θεού. Το μονοπάτι εδώ είναι χιλιάδων ετών – πολύ παλιό και πολύ περπατημένο. Και περιμένει τον προσκυνητή.
Βαδίζουμε σε αυτό το μονοπάτι όχι για να ανακαλύψουμε ποιοι ήταν οι Βυζαντινοί, ούτε ποιοι είναι οι κάτοικοι του νησιού, αλλά για να ανακαλύψουμε ποιοι είμαστε εμείς. Αυτός ο δρόμος προς την αυτογνωσία, όπως θα σου πουν και οι αγρότες κατά μήκος του, είναι κάτι περισσότερο από το να κοιτάς μέσα σου. Σε αναγκάζει να κοιτάξεις και έξω, στο παρελθόν, στην εξοχή που σε περιβάλλει, στον ουρανό και τη θάλασσα, στον κόσμο όπου ζεις. Γιατί όλα είναι αλληλένδετα, συνδέονται, όπως ακριβώς και τα δυο χωριά συνδέονται από το βυζαντινό μονοπάτι, που φέρνει τους προσκυνητές από το ένα στο άλλο. Το ίδιο το βυζαντινό μονοπάτι είναι ένας δρόμος προς την αυτογνωσία μέσα από την εξερεύνηση και την επαφή με πολλά άλλα πράγματα – ανθρώπους, φυτά, ζώα, αρχαία αντικείμενα και, πάνω απ’ όλα, το Θεό που δημιούργησε τα πάντα. Όμως πριν από το ταξίδι στις μοναστικές διαδρομές, ας ανακαλύψουμε και ξαναθυμηθούμε τα σύμβολα και τούς κώδικες της Ορθοδοξίας!
Τα παρεκκλήσια
Καθώς περπατάς στην Πάρο, βλέπεις πολλά μικρά παρεκκλήσια. Κάποια βρίσκονται δίπλα σε σπίτια. Άλλα βρίσκονται σε χωράφια, ή σε κάποιο μακρινό λόφο, ή στην κορυφή κάποιου ψηλού βουνού. Αυτά τα μικρά παρεκκλήσια, συχνά αφιερωμένα σε κάποιον συγκεκριμένο άγιο, έχουν χτιστεί από διάφορα πρόσωπα ή οικογένειες σαν μέρη ιδιωτικής λατρείας. Είναι πλήρως εξοπλισμένα σαν εκκλησίες, με εικόνες, καντήλια, μανουάλια, Αγία Τράπεζα, και συχνά περίτεχνο τέμπλο.
Οι άνθρωποι τα χτίζουν για διάφορους λόγους. Μπορεί να είχαν δει σε όραμα το Θεό ή κάποιον άγιο να τους ζητά να το χτίσουν σε ένα συγκεκριμένο μέρος. Μπορεί να έχουν ιδιαίτερη αγάπη για κάποιον άγιο, ή για κάποια εορτή της εκκλησίας, κι έτσι χτίζουν ένα παρεκκλήσι μέσα στην ιδιοκτησία τους. Πολλά απ’ αυτά, που βρίσκονται κολλητά στα σπίτια, είναι τόποι ιδιωτικής λατρείας της οικογένειας, όπου έχουν ενταφιάσει τα οστά των αποθανόντων αγαπημένων τους προσώπων, είτε σε τεφροφυλάκιο στο πάτωμα, είτε εντοιχισμένα. Η οικογένεια φροντίζει τα παρεκκλήσια με πολλή αγάπη. Κάποιο μέλος της πηγαίνει κάθε μέρα και ανάβει τα καντήλια μπροστά στις εικόνες και καίει λιβάνι, σαν ένδειξη των καθημερινών τους προσευχών. Τα παρεκκλήσια ενισχύουν την καθημερινή προσευχή και πίστη των κατοίκων και φέρνουν το ουράνιο βασίλειο πιο κοντά στο επίγειο.
Το άναμμα των κεριών
Τα αναμμένα κεριά σε μια ορθόδοξη εκκλησία την κάνουν να ξεχωρίζει από τις άλλες εκκλησίες. Συχνά, μπροστά στις εικόνες κρέμονται ασημένια ή χάλκινα καντήλια. Αυτά τα καντήλια καίνε λάδι και ρίχνουν ένα απαλό φως στην πρόσοψη της εικόνας και στο εικονοστάσι γύρω της. Τα καντήλια κάνουν την εκκλησία πιο ελκυστική. Ίσως γιατί δείχνουν πως κάποιος έχει ήδη μπει για να προσευχηθεί, να ανάψει κερί και να κάψει λιβάνι. Κάποιος έχει ετοιμάσει για σένα το δρόμο για να μπεις, να προσευχηθείς και να βρεις ψυχική ανακούφιση.
Αποτελεί παράδοση να ανάβεις το δικό σου λιανοκέρι από κερί μέλισσας, που μπορείς να βρεις μόλις μπεις στην εκκλησία, και να το βάλεις καθώς προσεύχεσαι σε ένα από τα χάλκινα μανουάλια, που μερικές φορές είναι γεμάτα άμμο. Μια μικρή προσφορά για το κερί είναι καλοδεχούμενη, αλλά όχι απαραίτητη. Αυτά τα κεριά αποτελούν σημαντικό μέρος της λατρείας στις εκκλησίες και τα παρεκκλήσια.
Το αναμμένο κερί συνεχίζει την προσευχή σου αφού φύγεις, και δίνει σε κάποιον άλλο τη χαρά να γνωρίζει ότι έχει γίνει κι άλλη προσευχή μέσα στο χώρο. Τα κεριά δημιουργούν μια αίσθηση κοινότητας ανάμεσα σε ξένους, ανάμεσα στους νεωκόρους και τους επισκέπτες, ανάμεσα στο Θεό και τους προσκυνητές. Είναι μια όμορφη παράδοση.
Αν δεν έχεις κάποιο συγκεκριμένο αίτημα στην προσευχή σου, μπορείς απλά να πεις την προσευχή του ληστή που σταυρώθηκε μαζί με τον Ιησού: «Μνήσθητί μου, Κύριε, εν τη βασιλεία σου».
Οι καμπάνες
Τα μοναστήρια και οι εκκλησίες αγαπούν πολύ τις καμπάνες. Αν ζήσεις στην Πάρο, για οποιαδήποτε χρονική περίοδο, δεν μπορεί να μην τις προσέξεις. Οι καμπάνες της εκκλησίας αναγγέλλουν κάποια ακολουθία, ή την ώρα της δοξολογίας πριν τη Θεία Λειτουργία, ή την έναρξη της Θείας Κοινωνίας. Χτυπούν δυνατά για να αναγγείλουν την ανάσταση του Χριστού το Μεγάλο Σάββατο, στην ακολουθία της Κυριακής του Πάσχα. Χτυπούν αργά και πένθιμα για να κοινοποιήσουν το θάνατο του Ιησού τη Μεγάλη Παρασκευή. Οι καμπάνες μιλούν στην κοινότητα και για τις χαρές και για τις λύπες.
Οι καμπάνες επίσης πληροφορούν τους κατοίκους για διάφορα συμβάντα. Δεν τους λένε μόνο τις συμβαίνει στην εκκλησία, αλλά μεταφέρουν και ειδήσεις. Στην Πάρο, όταν κάποιος πεθαίνει, η εκκλησία χτυπά τις καμπάνες με έναν συγκεκριμένο πένθιμο τρόπο, δυο χτυπήματα, μετά σιωπή, μετά ένα βαθύ χτύπημα. Έτσι, όλοι οι κάτοικοι ξέρουν πως κάποιος έχει πεθάνει, και ψάχνουν αμέσως να μάθουν ποιος, πότε και γιατί. Καθώς δεν υπάρχει ταρίχευση στο νησί, η κηδεία θα λάβει χώρα την επομένη στην εκκλησία. Ο πένθιμος χτύπος της καμπάνας αρχίζει ξανά, για να αναγγείλει πως η σορός του νεκρού έχει φύγει από το σπίτι του και μεταφέρεται στην εκκλησία. Συνεχίζεται καθ’ όλη τη διάρκεια της αργής πομπής ως την εκκλησία, και μετά προς το κοιμητήριο.
Τα μοναστήρια χτυπούν τις καμπάνες με τον ίδιο τρόπο όπως και οι άλλες εκκλησίες. Θα τις δεις συχνά να κρέμονται από κάποιο δέντρο στην αυλή, με τα σχοινιά δεμένα κάπου χαμηλά. Η κωδωνοκρουσία του Πάσχα είναι μια παλιά μοναστική παράδοση, κατά την οποία οι καμπάνες χτυπούν για ώρες, αναγγέλλοντας την ανάσταση του Χριστού. Οι καμπάνες χτυπούν επίσης πένθιμα για το θάνατο κάποιου μοναχού, συνοδεύοντάς τον στον τόπο της ταφής του. Οι καμπάνες μιλούν δυνατά και καθαρά για τους πιστούς, κληρικούς και λαϊκούς.
Οι εικόνες
Η Ελλάδα, και ιδιαίτερα η Πάρος, είναι γεμάτη εικόνες, υπέροχες βυζαντινές εικόνες μέσα στις εκκλησίες και στα σπίτια των πιστών. Μόλις τις προσέξεις στην αρχή, μετά τις βλέπεις παντού.
Οι εικόνες λειτουργούν σαν παράθυρα με θέα στην πραγματικότητα, την οποία η ορθόδοξη εκκλησία ορίζει σαν τη βασιλεία του Θεού στον ουρανό και τη γη. Οι πιο συνήθεις εικόνες στις εκκλησίες είναι του Χριστού (δεξιά από την ωραία πύλη), της Θεοτόκου, του Ιωάννη του Βαπτιστή, των αρχαγγέλων Μιχαήλ και Γαβριήλ (στις πύλες του ιερού), και πάμπολλων αγίων, παλαιών και νέων.
Ως παράθυρο με θέα στη θεία πραγματικότητα, η εικόνα πρέπει να ζωγραφιστεί με μεγάλη προσοχή και πολλή προσευχή. Εκείνοι που τις ζωγραφίζουν το κάνουν με νηστεία και προσευχή. Οι βασικές γραμμές της εικόνας ορίζονται από την παράδοση. Με την πρώτη ματιά όλες μοιάζουν ίδιες, αλλά με λίγο πιο προσεκτική εξέταση και σύγκριση θα βρεις μεγάλη διαφορά ανάμεσα στους καλλιτέχνες, και θα διακρίνεις διάφορες τεχνοτροπίες που έχουν προκύψει ανά τους αιώνες. Η ομοιότητα και, ταυτόχρονα, η διαφορετικότητα, δηλώνει πως οι εικόνες ακολουθούν την παράδοση, η οποία είναι η ενέργεια του Αγίου Πνεύματος που καθιστά πα- ρούσα σε κάθε νέα γενιά την μόνιμη και αιώνια πραγματικότητα του Θεού. Η εικόνα εκφράζει αυτή την παράδοση μέσω ζωγραφισμένων κομματιών ξύλου.
Όταν ο πιστός εκφράζει την ευλάβειά του προς μια εικόνα ασπαζόμενος την, ή ανάβοντας ένα κερί μπροστά της, αυτό που λατρεύει δεν είναι το ξύλο και οι μπογιές, αλλά η πραγματικότητα που φαίνεται μέσα της. Η ευλάβεια βάζει τον πιστό στον ουράνιο κόσμο, και τότε, έστω και για μια στιγμή, ο ουρανό και η γη σμίγουν στα χείλη και την προσευχή του πιστού.
Συχνά θα δεις μικρά αφιερώματα να κρέμονται από τις εικόνες. Αυτά συνήθως είναι μικρά ομοιώματα ανθρώπων ή μερών του σώματος (μάτι, χέρι, πόδι), ή άλλα πράγματα. Οι πιστοί με κάποια συγκεκριμένη ανάγκη τα έχουν κρεμάσει από την εικόνα εκλιπαρώντας τον άγιο να παρέμβει για να θεραπεύσει ή να βοηθήσει σε αντάλλαγμα με κάποια πράξη ευσέβειας.
Τα αναθήματα αυτά (κοινώς τάματα) κρέμονται σαν διαρκής προσευχή του πιστού και σαν υπόμνηση της υπόσχεσής του. Όταν η θεία μορφή έχει παρέμβει, ο πιστός επιστρέφει στην εικόνα για να τη στολίσει με κάποιο δείγμα της ευγνωμοσύνης του, ένα χρυσό δαχτυλίδι ή περιδέραιο ή κάτι άλλο πολύτιμο. Αυτά τα τάματα μαρτυρούν τη θαυματουργική δύναμη των εικόνων στο να ενώνουν τον ουρανό με τη γη και να παρέχουν ένα πλαίσιο στο οποίο η θεία βοήθεια παρεμβαίνει στις ανθρώπινες υποθέσεις.
Leave a Reply