Καλοκαίρι 1979, πρώτη φορά στις Κυκλάδες. Μετά από ένα πολύωρο ταξίδι στο κατάστρωμα παρακολουθώντας κύματα και γλάρους έφτασα στην Πάρο – Παροικιά πρώτη εντύπωση μέτρια.
Το άλλο βράδι στην Νάουσα στου Στρατή το ουζερί μαζί με ντόπια παιδιά, ούζο κιθάρες τραγούδι έβγαλα το συμπέρασμα ότι ανακάλυψα τον παράδεισο όπου τον κατοικούν οι άγγελοι.
Έρωτας που ξεκίνησε από αυτό το καλοκαιρινό βράδι και κράτησε -κρατάει 35 χρόνια.
Όμορφος τόπος, ήρεμος, γλυκός αλλά ποιο γλυκό τον έκαναν οι άνθρωποι του, ανοικτοί φιλόξενοι ίσως και με το παραπάνω.
Χρόνο με το χρόνο παρατηρούσα ότι είχαν μια περιέργεια για το ξένο, το πλησίαζαν, το θαύμαζαν και το υιοθετούσαν .
Άνοιγαν εύκολα τις αγκαλιές τους και τα σπίτια τους και συχνά αυτό το πλήρωναν ακριβά .
Χάθηκαν αυτό που λέμε ήθη και έθιμα, χάθηκαν ακόμα και ζωές.
Πέρασαν κύλισαν τα χρόνια, χόρταιναν εντυπώσεις κι εγώ ο παρατηρητής, άρχισα να βλέπω την επιστροφή στα δικά τους, σε αυτά που ήξεραν και τους πρόσφεραν ασφάλεια.
Όμορφος τόπος, όμορφοι άνθρωποι, μικρές κοινωνίες, μοιάζουν κλειστές, αν χρειαστεί όμως γίνονται μια μεγάλη αγκαλιά.
Τριάντα πέντε χρόνια ζω και μεγαλώνω εγώ και τα παιδιά μου εδώ, τριάντα πέντε χρόνια ευχαριστώ αυτό το καράβι που πήρα το 1979 και αυτό το κορίτσι που με κάλεσε στον τόπο του.
Κυπραίος Γιωργος says
Όμορφη η Πάρος μας. Όμορφή η Πάρος μας και τα παιδιά της. Όμορφα και τα ταξίδια, κι, εύχομαι τελειωμό να μην έχουν.. Να εύχεσαι να είναι ατελείωτος ο δρόμος του ταξιδιού! Πρώτη μου συνουσία με τη Πάρο το 1974.. Φοιτητής ήμουν ακόμη και είχα στην αγκαλιά μου την Μαριάννα μου. Το πλοίο λεγόταν ΑΥΡΑ, αν δεν κάνω λάθος, οι γλάροι ήτανε πάντα εκεί κάτι οι Παριανός, γελαστοί και κεφάτοι. Φιλία Γιώργος